Φέτος, πού ἀναγόμαστε ἐπετειακά στά 100χρονα ἀπό τή Μικρασιατική καταστροφή καί τόν τραγικό προσφυγισμό, σύν Θεῷ εὐλογηθήκαμε νά τελέσουμε καί τά ἐγκαίνια τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, πού ἀνεγείραμε ἀπό ἐτῶν στόν αὔλειο χῶρο τοῦ Νοσοκομείου-Κ.Υ. Γουμένισσας.
Γέννημα καί θρέμμα τῆς ἱστορικῆς ἁγιομάνας καί προσφυγομάνας Καππαδοκίας, μετοίκησε ὡς ἀσκητής στή θεοτίμητη Παλαιστίνη. Κατά τό ἄφθαρτο ἅγιο σκήνωμά του ὑπῆρξε μετανάστης διαφυγῆς στή Βασιλεύουσα, ἀλλά διαρπαγείς κατέληξε στή Βενετία γιά αἰῶνες. Ἐπανῆλθε στά Ἱεροσόλυμα μόλις τό 1965, ὁπότε καί ἐπανοικίσθηκε στήν ἱστορική Μεγάλη Λαύρα του. Μόλις τό 2018 ἐπανατοποθετήθηκε σέ νέα λάρνακα, προσμένοντας τήν κοινήν ἀνάσταση.
***
Ὁ ὅσιος Σάββας πού φερωνυμεῖται “Ἡγιασμένος” ὑπῆρξε (καί παραμένει εἰς αἰῶνας αἰώνων) ἕνας Ἅγιος τῆς Καππαδοκικῆς χριστιανοσύνης ὡς πρός τήν καταγωγή, τοῦ Παλαιστινιακοῦ χριστιανισμοῦ ὡς πρός τήν ἀσκητική μεγαλουργία καί κοίμηση, τοῦ Χαλκηδονίου δόγματος καί τῆς Κωνσταντινουπολίτιδος οἰκουμενικῆς Ρωμαιοσύνης ὡς πρός τήν ἐκκλησιαστική πιστότητα, ἕνας πασίγνωστος Ἅγιος καί ἐπουράνιος ἄνθρωπος.
Γεννήθηκε τό 439 στή Μουταλάσκη τῆς Καππαδοκίας καί τόν ἐποφείλουμε σύν Θεῷ στούς εὐλογημένους καί τιμιωτάτους γονεῖς του Ἰωάννη καί Σοφία. Στά μετεφηβικά του χρόνια μετοίκησε τό 457 στήν Ἰερουσαλήμ, καί ὁ Μ. Εὐθύμιος τόν ὁδήγησε στήν κοινοβιακή μονή τοῦ ὁσίου Θεοκτίστου. Ἦταν τόση ἡ ἀσκητική του ἀποφασιστικότητα καί τελειούμενη ὑπακοή, ἡ καθαρότητα καί ἁπλότητα, ἡ ταπείνωση καί ἡ σύνεσή του, ὥστε ὁ Μ. Εὐθύμιος νά τόν χαρακτηρίζει “παιδαριογέροντα”!
Ἀπό τά χρόνια τῆς ἀσκητικῆς του προετοιμασίας μαρτυρεῖται καί τό χαρακτηριστικό σημεῖο τῆς ρωμαλέας καί ἄφοβης ἀσκητικῆς του ὑπακοῆς. Χωρίς τήν παραμικρή ἀντίρρηση, ἀσκώντας τέλεια ὑπακοή στή σκληρή καί συνάμα διακριτική γεροντική ἐντολή, ἀκόμη νέος μοναχός, ὅρμησε στόν πυρωμένο φοῦρνο τοῦ μοναστηριοῦ καί ἀνέσυρε ἄκαυτο τό μανδύα, παραμένοντας ἀβλαβής καί ὁ ἴδιος.
Δεκαέξι χρόνια μετά, στά 473, πεπειρασμένος ἐνάντια στήν ἐθελοδουλεία τῆς ἁμαρτίας καί πεπειραμένος στήν ἀσκητική ἀγωνιστικότητα, ἀποσύρεται σέ αὐστηρότερη ἄσκηση, γιά τήν ἐρημιτική ὁλοτελή λατρεία τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Ἦταν ὥριμος, καθαρμένος ἀπό τά πάθη τῆς ἐπικήρου ζωῆς, ὁλόφωτος στήν ψυχή καί τό σῶμα. Χωρητικός τῆς θείας Χάριτος, ἀναδείχθηκε ἐν ζωῇ θαυματουργός.
Ὅμως, ἐδῶ ἀκριβῶς ἀναζητοῦμε τό νόημα τῆς ζωῆς του. Δέν στόχευε οὔτε τήν αὐτονομία οὔτε τήν αὐτάρκεια καί τήν ἰδιοτελή “ἀπάθεια”. Σκοπός του ἦταν ὁ Χριστός καί ὁ συνάνθρωπος, ἀπό τέλεια ἀνιδιοτέλεια.
Γι᾽ αὐτό καί στίς ἁγιογραφίες βαστάει ἕνα εἰλητάριο μέ τήν ἐμπειρική ὑπόδειξη: “ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν καταφρονείτω τῶν φθειρομένων καί προτιμάτω τήν γνῶσιν αὐτοῦ” (ὅποιος λατρεύει τό Θεό, νά μή δίνει καμιά σημασία στά φθαρτά, ἀλλά νά προτιμᾶ τήν κοινωνία, τή μέθεξη, τήν ἕνωση, τήν ἐμπειρική γνώση τοῦ Θεοῦ”. Καί αὐτός ὁ θεμελιώδης στόχος τοῦ Ὁσίου, αὐτοῦ τοῦ μετανάστη τῶν γηΐνων, ἀποδείχθηκε τέλεια συνταιριασμένος μέ τήν Ὀρθοδοξία καί τήν ἐκκλησιαστικότητα, μέ τή φιλανθρωπία καί τή φιλαδελφία. Πιό θαυμαστή κι ἀπό τά θαύματα ἦταν ἡ θυσιαστική ἀγάπη του γιά τούς συγχριστιανούς, γιά τό ἐκκλησιαστικό σῶμα ὑπό τήν εὐχή τοῦ Ἐπισκόπου, γιά τή διάσωση τῆς καλῶς ἐννοούμενης καί βιούμενης ὀρθοδοξίας καί ὀρθοπραξίας.
Προπαντός ἀπό ἐκκλησιαστική ὑπακοή στόν τότε Ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων Σαλλούστιο, δέχθηκε νά χειροτονηθεῖ ἱερεύς καί ἀνέλαβε τή διοίκηση σέ μοναστικά κοινόβια καί λαῦρες τῆς Παλαιστίνης. Ὁ ἀσκητικός καί μοναχικός Σάββας ἔγινε κοινοβιάρχης καί κτίτορας μοναστηριῶν. Σφραγισμένος ἀπό τό Θεό μυστικά σ᾽ αὐτό τό ὑπερασκητικό ἐκκλησιοπρεπές πρωτάθλημα, ἵδρυσε τέσσερις λαῦρες, ἕξι μοναστήρια καί τέσσερα ἄσυλα φιλανθρωπίας! Τό πιό γνωστό ἀπό ὅλα εἶναι ἡ Μεγάλη Λαύρα, πού διασώζεται μέχρι σήμερα, περιτειχισμένη προπαντός μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἕνα ἱστορικό ἐκκλησιαστικό καθίδρυμα μέ ὁσίους καί ὁσιομάρτυρες σέ διαχρονία αἰώνων, τόσο σπουδαῖο ὥστε ὁ ἑκάστοτε Πατριάρχης Ἱεροσολύμων νά θεωρεῖται ἡγούμενος, ὁ δέ προεστώς-ἀρχιμανδρίτης νά τιμᾶται μέ τόν τίτλο τοῦ “οἰκονόμου”.
Ἡ μοναστική ἐγκαταβίωση τοῦ ὁσίου Σάββα στήν Παλαιστίνη συνέπεσε μέ τήν περίοδο τρομερῶν ἀντιπαραθέσεων μεταξύ τῶν ὑποστηρικτῶν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί τῶν φανατικῶν πολεμίων της.
Εἶναι μαρτυρημένο ὅτι ὁ Ὅσιος ἀγωνίστηκε κι ἐκεῖνος μετασυνοδικά καί γιά δεκαετίες, ὥστε νά προασπίσει μέ τήν ἀκτινοβολία του τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου καί νά τίς ἐμπεδώσει στίς συνειδήσεις τῶν πολυαρίθμων μοναστῶν.
Τό 501 καί τό 531 ταξίδεψε μέχρι τή Βασιλεύουσα, σταλμένος ἀπό τούς τότε Πατριάρχες στούς αὐτοκράτορες Ἀναστάσιο καί Ἰουστινιανό, ὥστε μέ τό κύρος του νά πετύχει τήν περιφρούρηση καί ἀνόρθωση καί διασφάλιση τῶν χριστιανῶν τῆς Παλαιστίνης ἀπό ἐπιδρομεῖς καί στασιαστές καί πολεμίους. Ἀποδεδειγμένα ἀπήλαυε μεγάλης φήμης μέχρι καί στούς αὐτοκράτορες, ὥστε νά ἀποβεῖ μέ τό κύρος του ρυθμιστής τῶν ἱερῶν αἰτημάτων καί ἀναγκῶν. Καθ᾽ ἑαυτόν ἀσκητικός, συνάμα ὑπῆρξε κοινωνικός καί κοινωφελέστατος γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη καί τήν ἀσφαλή πορεία τῶν ἱστορικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν ἀναγκῶν τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων.
Κοιμήθηκε εἰρηνικά στίς 5 Δεκεμβρίου τοῦ 532. Πενήντα χρόνια ἀργότερα, τό 584, ὅταν ἀνοίχθηκε ὁ τάφος του, ἀνακομίσθηκε ἄφθορο τό ἁγιασμένο του σκήνωμα. Γιά νά διαφυλαχθεῖ ἀργότερα ἀπό τίς Ἀραβικές ἐπιδρομές, μετακομίσθηκε στήν Κωνσταντινούπολη κι ἀπό ἐκεῖ (πιθανόν τό 13ο αἰ.) στή Βενετία.
Στά 1965 ἐπί Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Βενεδίκτου ἐπεστράφη τό ἄφθαρτο ἅγιο λείψανο καί φυλάσσεται πλέον στήν κοιτίδα τῶν ἀσκητικῶν καί ἡγουμενικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν καί κοινωνικῶν παλαισμάτων του, στόν τόπο ὅπου ἁγίασε καί τόν καθαγίασε.
***
Ἀποτμήματα ἐλάχιστα τοῦ ἱεροῦ σκηνώματος τοῦ Ἁγίου (πιθανότατα ἀπό τίς ἐπάλληλες ἀνακομιδές καί μετακομιδές) φυλάσσονται στήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου καί στήν Ἱερά Μονή Παντοκράτορος Ἁγίου Ὄρους, στήν Ἱερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου καί στό Παρεκκλήσι τοῦ Ἐπισκοπείου Γουμένισσας.
Σέ μᾶς προσωπικά ἐπεδόθη ἀπό τόν τότε Ἡγούμενο τῆς Πάτμου ἀρχιμανδρίτη Ἰσίδωρο, τόν μετέπειτα Ἐπίσκοπο Τράλλεων (+), σέ προσκύνημά μας στήν ἱερά Νῆσο τῆς Ἀποκαλύψεως. Μᾶς εἶχε ἐξηγήσει τότε ὁ μακαριστός πώς ἡ Πάτμος σεμνύνεται μέ τό ἱερό Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως, μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τό θεολόγο καί εὐαγγελιστή, μέ τό σκήνωμα τοῦ κτίτορος ὁσίου Χριστοδούλου, μέ τήν τιμία κάρα τοῦ ἀποστόλου Θωμᾶ καί τά ἱ. λείψανα τόσων ἄλλων Ἁγίων, ἐνῶ δι᾽ ἐμέ τό μικρό ἀπότμημα λειψάνου τοῦ ὁσίου Σάββα θά ἀποτελοῦσε μιά σπάνια εὐλογία.
Ἔκτοτε τό θεωροῦσα ὑποχρέωσή μου νά τιμήσω τήν σπάνια αὐτή εὐλογία τοῦ μεγάλου Ὁσίου ἀνεγείροντας ἐκκλησία στό ὄνομά του ὅπου καί ὅταν θά ἦταν πρόσφορες οἱ δυνατότητες.
Καί πρός αὐτό ἀποβλέπων, συνάμα ἐκπλήρωσα μιάν παράλληλη ποιμαντορική μου ὑποχρέωση νά στήσω τήν ἐκκλησία του στόν αὔλειο χῶρο τοῦ Νοσοκομείου Γουμένισσας. Ἕνα ὁρατό σημεῖο τῆς θείας παρακλήσεως καί ἰαματικῆς δωρεᾶς στίς χρεῖες νοσηλείας καί ἀποθεραπείας τοῦ λαοῦ μας, ὅπως καί στό ἰατρικό, νοσηλευτικό καί διοικητικό προσωπικό πού τίς ἐξυπηρετεῖ. Ἡ θέα τοῦ ναοῦ, οἱ μορφές τῶν Ἁγίων πού καταστολίζουν τίς ἐσωτερικές ἐπιφάνειες τοῦ ναοῦ καί κυρίως οἱ ἱερές παρακλήσεις καί προπαντός ἡ τελούμενη θεία Λειτουργία κάθε ἑβδομάδα καί τό κατά μήνα ἱ. Εὐχέλαιο ἐπιδοτοῦν τήν πίστη, τήν ἐλπίδα, τή στοργή, τήν ὑπομονή, τήν καρτερικότητα τῶν νοσηλευομένων καί συνοδῶν καί τήν φιλοτιμία τῶν νοσηλευόντων καί ἰατρῶν.
Ἡ καλαίσθητη αὐτή καί λειτουργική καί λειτουργούμενη ἐκκλησία ἀνεγέρθηκε πρό εἰκοσαετίας, χάρη καί στή γενναιόδωρη συμπαράσταση τοῦ τότε Νομάρχη Κιλκίς κ. Θεόδωρου Παραστατίδη, ἐπανειλημμένα Βουλευτῆ Κιλκίς (πού προσέφερε οἰκονομική ἐνίσχυση γιά τήν ἐξωτ. ἐπένδυση μέ πέτρες), ἐπί τῶν ἡμερῶν Δημαρχίας στή Γουμένισσα τοῦ κ. Βασιλείου Πάτση, τ. Ἀστυνομικοῦ Διευθυντή Γιαννιτσῶν – πού γενναίως ἀνταποκρίθηκε στά αἰτήματά μας–, καθώς καί Διοικήσεως τοῦ Νοσοκομείου ἀπό τόν κ. Γεώργιο Καρατζιά, πού ἀσμένως υἱοθέτησε τό αἴτημά μας καί συμπαραστάθηκε στήν πραγματοποίηση ἐκείνου τοῦ εὐλογημένου καί κοινωφελεστάτου σκοποῦ μας.
Διότι ὁρίσαμε ―καί ἀξίζει νά ἐπισημειωθεῖ― ὅτι τά ἔσοδα τῆς ἐκκλησίας αὐτῆς προορίζονται γιά ἄσκηση φιλανθρωπίας ἀπό τό Γ.Φ.Τ. (Λογία φιλαδελφίας καί ἀλληλεγγύης) εἴτε γιά νοσηλευόμενους ἀπόρους εἴτε γιά ἀνθρώπους πού χρήζουν συμπαράστασης στή συνοριακή μας περιοχή.
Τελώντας τά ἐγκαίνια τῆς καλαίσθητης αὐτῆς ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά Ἐκκλησίας, τίμησα ἐπωνύμως τούς παρόντες κ.κ. Θεόδωρο Παραστατίδη καί Βασίλειο Πάτση, ἐπαινώντας τή συμβολή τους, καί ἀναφέρθηκα στήν ἄριστη ἐπικοινωνία καί συνεργασία μου μέ τίς κατά καιρούς διοικήσεις τοῦ Νοσοκομείου, πρός ὄφελος τοῦ λαοῦ μας καί ὑποστήριξη τῆς πλήρους λειτουργικότητας τοῦ Ἱδρύματος.
Μνημόνευσα ἐπωνύμως τούς εὐεργέτες τῆς ἀνεγέρσεως, ὅπως καί τούς παρόντες κ. Ἠλία Ζάχαρη (σημ. Διοικητή τοῦ Νοσοκομείου) καί κ. Ἀστέριο Τάτση (Πρόεδρο τῆς Δ.Κ. Γουμένισσας), ἀντιδούς ὡς ἐλάχιστο ποιμαντικό ἀντίδωρο στή φιλοτιμία ὅλων τήν κατάθεση καί τῶν δικῶν τους ὀνομάτων στήν ὀπή τοῦ ἐγκαινισμοῦ, ὁμοῦ μέ τῶν λοιπῶν μετασχόντων, μαζί μέ τήν ἱερά λειψανοθήκη τῶν Ἁγίων Ἱερομαρτύρων Χαραλάμπους καί Ραφαήλ τῶν θαυματουργῶν καί Παντελεήμονος τοῦ ἀναργύρου ἰατροῦ καί ἰαματικοῦ.
Ἡ τελετουργία ἐγκαινισμοῦ τῆς ἐκκλησίας τοῦ ἀφθάρτου Ὁσίου Σάββα τῆς Καππαδοκίας καί Παλαιστίνης συνέπεσε μέ τόν πανηγυρισμό τῆς μνήμης τοῦ ἐπίσης ἀφθάρτου ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσου (αἰχμαλώτου μεταπωληθέντος σέ Μωαμεθανούς καί ὁσιωθέντος ἐν πίστει καί ὑπομονῇ στό Προκόπι Καππαδοκίας). Καί ὁ νεότερος αὐτός μετανάστης Ὅσιος πού καταστολίζει καί διαφυλάσσει τό Νέο Προκόπι Εὐβοίας (ὅπως θαυματουργικά συνέβη στίς περυσινές πυρκαγιές) ἀποτελεῖ μαζί μέ τόν Ἡγιασμένο ὅσιο Σάββα ἕνα λαμπρό δίδαγμα γιά τήν καρποφορία τῆς καλῆς γῆς, γιά τούς ἀνθρώπους τῆς καλόψυχης καί ἐνάρετης βιοτῆς, πού δέχονται ἐκκλησιαστικά τό κήρυγμα τῆς σωτηρίας καί καρποφοροῦν μέ ὑπομονή. Ἀνεξάρτητα ἀπό τίς ἱστορικές συγκυρίες καί τίς μεταπτώσεις τοῦ βίου.
† Ὁ Γουμενίσσης, Ἀξιουπόλεως & Πολυκάστρου Δημήτριος