Ελληνορωμαϊκά!

Παρασκευή 11 Οκτωβρίου 2024

μεγάλη οσία γερόντισσα έχουμε μεταξύ μας που λαμπροφορεί την Ελλάδα , την Γερόντισσα Λαμπρινή

 

Κάποτε η τηλεόραση έδειχνε τις Εκκλησίες στην κατεχόμενη Κύπρο, πού οι Τούρκοι τις έχουν μετατρέψει σε στάβλους και αποθήκες. Ρώτησα την γιαγιά τι λέει ο Κύριος γι’ αυτό. Έδειξε να στενοχωρήθηκε και απάντησε:

«Από τότε που οι Τούρκοι μετέτρεψαν την Αγιά Σοφιά σε τζαμί, η Παναγία έφυγε από μέσα και στέκεται έξω δίπλα στην πόρτα και κλαίει. Κλαίει συνέχεια γιατί της πήραν το σπίτι. Αν μπορούσες να δεις την Παναγία πως κλαίει, θα έκανες πολλές μέρες να κοιμηθείς». Αφού συλλογίστηκε για λίγο μου είπε, «να δεις σε λίγο καιρό τι θα πάθει η Τουρκία». Πράγματι σε λίγους μήνες έγιναν οι γνωστοί σεισμοί.
Την ρώτησα αν υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι στην Ελλάδα με το ίδιο χάρισμα. Αφού κοίταξε λίγο στον ουρανό μου απάντησε: «Ναι, υπάρχουν, γιατί η θρησκεία μας είναι ζωντανή.
Υπάρχει κάποιος απ' όλους μας που ο Κύριος τον έχει πολύ ψηλά. Κάθεται κοντά στα σύνορα με την Αλβανία. Έχω πάει πέντε - έξι φορές και την προηγούμενη εβδομάδα εκεί ήμουνα».

Και ενώ έλεγε αυτά έλαμπε ολόκληρη από χαρά. Μιλούσε για πράγματα πού θα γίνουν στο μέλλον. Είπε:

«Θα δεις πράγματα πού δεν μπορείς να φανταστής. Θα δεις μεγάλα κύματα ίσα με ένα διώροφο σπίτι να καταστρέφουν πόλεις και χωριά, και λίγοι θα σωθούν». Πράγματι δυο μήνες μετά τον θάνατο της είχαμε το γνωστό τσουνάμι με χιλιάδες νεκρούς (στην Ασία). «Θα δεις παιδιά να πηγαίνουν εκδρομή με το σχολείο και να βγαίνει ο σατανάς με το δρεπάνι και να τους παίρνει τα κεφάλια». Πράγματι συνέβη το γνωστό ατύχημα με τα παιδιά από την Μακεδονία με τόσα θύματα 
Μου έλεγε: «Δεν κάνει να σου αποκαλύψω περισσότερα γιατί αμαρτάνω. Για ό,τι σου λέω μου δίνει άδεια ο Κύριος».
«Στις 7 Σεπτεμβρίου 2002 την επισκέφτηκα και έδειξε να με περιμένει. Μου είπε: «Σε λίγες μέρες εγώ θα φύγω από την ζωή. Δεν ξέρεις με πόση χαρά περιμένω αυτήν την στιγμή». Μου έδωσε κάποιες συμβουλές, όπως να νηστεύω Τετάρτη και Παρασκευή, να μην δουλεύω στις αργίες, να πηγαίνω όσο μπορώ σε αγρυπνίες και αλλά πολλά. Ύστερα μου είπε: Όταν με χρειάζεσαι να έρχεσαι στον τάφο μου. Εκεί θα είναι πλέον το σπίτι μου. Θα ζητάς την βοήθειά μου για να μεσιτεύω στον Κύριο. Αρκεί αυτά που θα μου ζητάς να είναι σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου».  .
Την τελευταία Κυριακή που πήγε στην Εκκλησία κοινώνησε και διάβασε την Ευχαριστία στο σπίτι της. Την Δευτέρα άπλωσε όλα τα βιβλία στο κρεββάτι της, διάβαζε από το καθένα λίγο, το σταύρωνε, το ασπαζόταν και το άφηνε στην άκρη. Τρόπον τινά τα αποχαιρετούσε, γιατί τόσα χρόνια αυτά ήταν η καλύτερη συντροφιά της. Την Τρίτη το απόγευμα κάλεσε την κόρη της να κάνουν Παράκληση. Τελειώνοντας είπε: «Σ’ ευχαριστώ, Παναγία μου, πού μου έδωσες να κάνω κι αυτή την Παράκληση. Γιατί μέχρι την Πέμπτη έχω πολλές προσευχές να κάνω ακόμη».

Στην ερώτηση της κόρης της τι θα κάνει την Πέμπτη, απάντησε: «Θα πάω για εκεί πού εργάστηκα, αν εργάστηκα καλά...»

Την Τετάρτη το πρωί ζήτησε να δη τα εγγόνια της. «Αύριο θα φύγω», είπε.
Το βράδυ είπε σε μια ανιψιά της: «Τώρα εγώ θα φύγω. Να πας να το πεις εσύ στην Σταθούλα, να μην της κακοφανεί. Παρακαλούσα τον Θεό να με αφήσει να ζήσω, μέχρι να ωριμάσει η Σταθούλα και να καταλάβει τι είναι η άλλη ζωή».
Κάποια στιγμή ανασηκώθηκε στο κρεββάτι, άνοιξε τα χέρια της και είπε στους
παρευρισκομένους: «Ελατέ τώρα, όλοι μαζί, να πάμε στα Ιεροσόλυμα».

Τους αγκάλιασε όλους, μετά σταύρωσε το στήθος της, το προσκέφαλο και ξάπλωσε. Τότε η Σταθούλα έβγαλε τους άλλους έξω και μαζί με τον σύζυγο της άναψαν κεράκι και διάβασαν τις προσευχές, όπως ακριβώς της είχε αφήσει εντολή να κάνει η μητέρα της Λαμπρινή. Όταν τελείωσαν τις προσευχές άκουσαν ένα ελαφρύ σσσσς και η Λαμπρινή Βέτσιου ξεψύχησε σαν πουλάκι, στις 17 'Οκτωβρίου 2002, ημέρα Πέμπτη.

Αυτή ήταν η Λαμπρινή Βέτσιου. Ασκήτρια με μεγάλες νηστείες, με καθημερινές αγρυπνίες, με συνεχή μελέτη και προσευχή. Αγαπούσε τον Χριστό, μιλούσε συνέχεια γι' Αυτόν και όλα τα κύτταρα του σώματος της ανέδιναν Χριστό. Βοηθούσε τους ανθρώπους με την χάρη πού είχε. Είδε απ' αυτή την ζωή τον Παράδεισο και την Κόλαση. Ενώ προσευχόταν ερχόταν ενίοτε ο Χριστός, η Παναγία και άλλοι Άγιοι και συνομιλούσαν.

Ήξερε τα μελλούμενα και έλεγε ότι μας περιμένουν πολύ δύσκολα χρόνια. Λυπόταν τα μικρά παιδιά και έλεγε: «Αν ήξεραν τι θα περάσουν»!. Αλλά αμέσως συμπλήρωνε: 

«Έχει ο Θεός.Θα οικονομήσει για τους Χριστιανούς». 

Περισσότερα, έλεγε, δεν την άφηνε ο Χριστός να ειπεί ...

Αιωνία άς είναι η μνήμη της...


Από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο», 
Ησυχαστήριον «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής.