Ήταν μέσα δεκαετίας του 70 , όταν ένας καλός φίλος συμφοιτητής μου μας πρότεινε να ανέβουμε στον Όλυμπο, όχι ψηλά αλλά στις υπώρειες του εκεί που άρχιζαν τα χρώματα και οι μυρωδιές του χιονιού να εναλλάσσονται με αυτές των φρέσκων κρίνων που έβγαιναν .
Άλλο που δεν θέλαμε να ξεφύγουμε από την Κλεισούρα του χειμώνα και το σφικτό πρόγραμμα των κλινικών εργαστηρίων
Ο καλός μας φίλος ήξερε από Όλυμπο ώστε να μας ξεναγήσει.
Η ημέρα ήταν ηλιόλουστη σαν καλοκαίρι και μέσα στον καθαρό γαλάζιο ορίζοντα σηκωνόταν οι πανύψηλες χιονισμένες κορφές του Ολύμπου.
" Δεν φαντάζομαι να μας πας μέχρι εκεί πάνω " τον πείραξαμε και αυτός μας έδωσε την υπόσχεση να φτάσουμε μέχρι τα ερείπια του μοναστηριού.
" ποια ερείπια, ποίο μοναστήρι;" τον ρωτήσαμε γιατί δεν γνωρίζαμε τίποτε...δεν υπήρχε τότε διαδίκτυο για να ψηλαφησουμε την γνώση αλλά και κανείς δεν μας είπε τίποτε.
Άγνωστα πράγματά.
" μην στενοχωριέστε θα πάμε μέχρι το μοναστήρι που το έκαψαν οι Γερμανοί το 40" μας είπε.
Αφήσαμε το όμορφο Λιτόχωρο και πιάσαμε τις στροφές, ανεβαίναμε ανεβαίναμε και οι εικόνες ήταν πρωτόγνωρες μαζί με το κρύο.
Κάποια στιγμή φτάσαμε στα ΕΡΕΙΠΙΑ.
Το δέος μαζί με την παγωνιά μας περικυκλωνε. Παρηγοριά μας ο λαμπρός ήλιος.
Ησυχία εκκωφαντικη που διακόπτονταν από το κελαιδισμα των πουλιών και τα νερά που έτρεχαν από το λιώσιμο του χιονιού.
Αίφνης το κελαιδισμα των πουλιών αναμίχθηκε με υπερκόσμιες ψαλμωδίες.
Σηκώσαμε του σκούφους από τα αυτιά μας , μήπως δεν ακούγαμε καλά.
Τώρα οι εκκλησιαστικές ψαλμωδίες ήταν καθαρές και δυνατές.
Τρέξαμε να δούμε ποιός έψελνε.
Ανεβήκαμε κατεβήκαμε την ρεματιά, δεν βρήκαμε τίποτε.
Η έκπληξη αντικαταστάθηκε με ΔΕΟΣ και σοκ.
Τα ερωτήματα μέσα μας πολλά γιατί αυτό συνεχιζόταν μέσα στον Άγιο ερειπιωνα της κατεστραμμένης μονής.
Ο φίλος σαν καλύτερος γνωστής μας είπε ότι εδώ έζησε ένας μεγάλος Άγιος, ο Όσιος Διονύσιος.
Μέχρις εκεί όμως, παραπάνω δεν γνώριζε.
Την ώρα που ξεκινούσαμε για την επιστροφή οι ψαλμωδίες σταμάτησαν
Από όλη αυτή την εκδρομή μας έμεινε το έκτακτο αυτό γεγονός.
Τις επόμενες μέρες είχε μαθευτεί και στους άλλους συμφοιτητές μας και φυσικά το δούλεμα...ήταν βλέπεται οι χρόνοι της ζαλισμενης μεταπολίτευσης.
Ευτυχώς όμως που υπήρξαν και κάποιες ψυχουλες και μας παρακίνησαν να επιστρέψουμε να ανάψουμε πρόχειρο κανδηλι και να θυμιασουμε τον χώρο.
Έτσι και πράξαμε...
Που να γνωρίζαμε ότι εκείνες τις μέρες του Ιανουαρίου γιόρταζε ο κτήτωρ της Μονής, ο Άγιος Διονύσιος ο εν Ολύμπω.
Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας
ΠΗΓΗ βίντεο
Η Ιερά Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Μονή του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω είναι η σημαντικότερη Μονή στον νομό Πιερίας. Βρίσκεται στον Όλυμπο, σε υψόμετρο 900 μ. σε θέση φύσει οχυρή ανάμεσα σε δύο ρέματα και απέχει 18 χιλιόμετρα από το Λιτόχωρο.
Η Παλαιά Μονή ιδρύθηκε το 16ο αιώνα από τον Άγιο Διονύσιο εν Ολύμπω και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σημείωσε οικονομική και πνευματική ακμή. Μετά το 1821 καταλήφθηκε από τον τουρκικό στρατό, πυρπολήθηκε και λεηλατήθηκε. Το 1943 ανατινάχθηκε από την Γερμανική Βέρμαχτ. Έκτοτε μεταφέρθηκε στο Μετόχι της, κοντά στο Λιτόχωρο. Μέχρι το 1928 το Μοναστήρι ήταν Σταυροπηγιακό, Πατριαρχικό υπό την δικαιοδοσία του Οικουμενικού θρόνου. Το 1928[1] υπήχθη στις Νέες Χώρες
σαρκί ως άσαρκος έζησας πάτερ,
Και τοις ασάρκοις νυν συνευφραίνη νόοις.
23 Ιανουαρίου η μνήμη του
Ο Άγιος Διονύσιος γεννήθηκε λίγο πριν το 1500 μ.Χ. στο ορεινό χωριό Σκλάταινα της Καρδίτσας, την σημερινή Δρακότρυπα. Το όνομά του ήταν Δημήτριος και από παιδί επέδειξε ζήλο για την αγάπη του Χριστού και την ασκητική ζωή.
Σε ηλικία 18 ετών μόνασε στα Μετέωρα λαμβάνοντας το όνομα Δανιήλ.
Τρία χρόνια αργότερα, αναζητώντας πιο απομονωμένο τόπο και επειδή δεν του έδιναν την ευκαιρία ν’ αναχωρήσει, πήδηξε ως δια θαύματος κάτω από το βράχο των Μετεώρων και μετέβη στις Καρυές του Αγίου Όρους. Εκεί γίνεται ιερεύς και μεγαλόσχημος μοναχός, μετονομασθείς σε Διονύσιο.
Αργότερα εγκαθίσταται στην σκήτη Καρακάλου όπου έζησε ερημικά για δέκα έτη με αυστηρή άσκηση, προσευχή και νηστεία, βιώνοντας πολλές θαυματουργικές ενέργειες του Θεού. Η ισάγγελη ζωή του στάθηκε αιτία της εκλογής του ως ηγουμένου της βουλγαρικής, τότε, μονής Φιλοθέου. Συναντώντας μεγάλες αντιδράσεις για τον τρόπο ζωής που θέλησε να εφαρμόσει στην μονή εγκατέλειψε το Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε γύρω στο 1524 μ.Χ. στην μονή Τιμίου Προδρόμου στη Βέροια.
Θέλοντας ν’ αποφύγει την εκλογή του σε επίσκοπο που επεδίωκαν οι κάτοικοι της περιοχής, αναχώρησε κρυφά και μετέβη στον Όλυμπο. Εκεί ασκήτευσε σ’ ένα σπήλαιο που σώζεται μέχρι και σήμερα. Συκοφαντούμενος όμως εκδιώχθηκε από το ασκητήριό του και αναχώρησε για το Πήλιο, όπου το 1542 μ.Χ. ίδρυσε τη μονή της Αγίας Τριάδος Σουρβίας έπειτα από θαυματουργική υπόδειξη του Θεού.
Μετά από τρία έτη και λόγω της παντελούς ανυδρίας που έπληξε τον τόπο των διωκτών του, επέστρεψε επισήμως με πρόσκληση του διώκτη του Αγά Σάκου. Με την αγγελική βιωτή του γρήγορα προσείλκυσε πλήθος μοναχών, ο ίδιος όμως χρησιμοποιούσε τα πλησιόχωρα σπήλαια για προσευχή και ησυχία, όπου ζούσε στο γνόφο της νοερής προσευχής. Δεν παρέλειπε, ωστόσο, να περιέρχεται τα γύρω χωριά για να κηρύξει, να εξομολογήσει και να στηρίξει τους σκλαβωμένους Έλληνες. Είχε απέραντη αγάπη για το λαό.
Εκοιμήθη εν ειρήνη, αφήνοντάς μας για ανεκτίμητο θησαυρό τα χαριτόβρυτα λείψανά του.