«Με λένε Ιωάννη, έρχομαι από την Κέρκυρα…»
Ένας Γέροντας έκοβε βόλτες στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και έψελνε τους Χαιρετισμούς στην Υπεραγία Θεοτόκο .
Ήταν περασμένα μεσάνυχτα και βλέπει έναν φραγκοφορεμένο με σμόκιν παλαιάς κοπής .
Στην αρχή νόμισε ότι ήταν ηθοποιός και τραβούσαν κινηματογραφικά πλάνα .
Γρήγορα κατάλαβε ότι αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν ηθοποιός γιατί τον άκουσε και αυτόν να ψελλίζει τους Χαιρετισμούς στην Παναγία μας .
Με θάρρος ο Γέροντας τον ρώτησε :
– Πως σε λένε άνθρωπε μου, γιατί ντύθηκες έτσι; που μένεις;
Και αυτός του απάντησε:
–Με λένε Ιωάννη, έρχομαι από την Κέρκυρα, κυβέρνησα αυτό το μέρος, το νοιάζομαι, το αγαπάω και κάθε βράδι που φεύγουν οι τουρίστες και έχει ησυχία κάνω παρέα στους Εύζωνες μας.
Αυτοί δεν με βλέπουν, όμως αν έλεγαν τους Χαιρετισμούς από μέσα τους θα με έβλεπαν, όπως επέτρεψε ο Θεός να με δεις εσύ.
Όπως μας είπε αυτός ο Σεβάσμιος Γέροντας εκείνη την στιγμή λύγισαν τα πόδια του , σαν να του ήρθε από την συγκίνηση μια λιποθυμία . Μέχρι να σταθεί για να μην παραπατήσει από την ζάλη έχασε από μπροστά του τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδος , τον Ιωάννη τον Καποδίστρια.
( σας τα γράφω έτσι και εγώ χύμα και με συγκίνηση γιατί τώρα τα έμαθα και πρέπει να τα μάθετε και εσείς )
https://konstantinoupolipothoumeno.blogspot.com/2024/04/blog-post_453.html
ΣΤΩΜΕΝ καλώς
Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας .
[Σαρακοστή 2024]
***
Ιωάννης Καποδίστριας
Αγάπησε με πάθος, αγωνίστηκε και πέθανε για Χριστο και Ελλάδα
Ο Καποδίστριας έστειλε δικούς του ανθρώπους και με δικά του χρήματα εξαγόρασε σημαντικό αριθμό παιδιών που είχαν αιχμαλωτισθεί και μεταφερθεί από τον Ιμπραήμ στην Αλεξάνδρεια.
Παραγγέλλει στον Ανδρέα Μουστοξύδι: «Σπούδασον να με προμηθεύσεις όσο γίνεται πιο γρήγορα κατάλογο όλων των παιδιών αρσενικών και θηλυκών τα οποία οι καταστροφές που συνέβησαν στην Ελλάδα τα έριξαν στα λιμάνια του Αδριατικού, Ενετία, Τεργέστη, Φιούμη και Αγκώνα». Και σε μια επιστολή του προς αυτον, εξομολογείται: «Η μόνη μου ανακούφιση και χαρά είναι το ν΄ απασχολούμαι με τα παιδιά και τα σχολεία».
Την αγωνία του για τους Ελληνόπαιδες «το ροδόχρουν όνειρό του» όπως τους χαρακτηρίζει, την εκφράζει και στην πιστή του φίλη Ρωξάνδρα Στούρτζα, που συνδεόταν με το περιβάλλον του τσάρου. Αρχικά συμπαρίσταται ηθικά και στη συνέχεια εμπράκτως, αναλαμβάνοντας η ίδια την περίθαλψη των παιδιών των ελλήνων μεταναστών στη Ρωσία και στη Γερμανία. Γράφει, λοιπόν, στο ημερολόγιό της: «…Όταν μου μιλούσες για τα παιδιά της πατρίδας μας, τα Ελληνόπουλα, ή για το λαό της, που τους βασάνιζαν οι Τούρκοι, με την ανοχή και την επιδοκιμασία των Άγγλων και Αυστριακών και των Γάλλων, τα ωραία μάτια σου θόλωναν από δάκρυα και η θεσπέσια φωνή σου έπαιρνε δραματικούς τόνους».
Η ίδια μαρτυρεί «Δώσαμε τα χέρια και υποσχεθήκαμε στο Θεό ότι θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε για τους δυό μεγάλους σκοπούς της ζωής μας: τη μόρφωση των Ελληνοπαίδων και την απελευθέρωση της Πατρίδας μας της Ελλάδος!».
Η Ρωξάνδρα έγινε η στοργική μητέρα όλων των Ελλήνων που σπούδαζαν με χορηγίες του Καποδίστρια και της «Φιλομούσου Εταιρείας» σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Το μέγαρό της στη Βαϊμάρη έγινε κέντρο συγκέντρωσης των Ελλήνων σπουδαστών. Φρόντιζε για τη διαμονή τους και τις σπουδές τους, για την υγεία τους και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους.
Η μόρφωση των νέων της Ελλάδας ήταν για τον Κυβερνήτη επιτακτική ανάγκη, πρώτη προτεραιότητα. Έλεγε συγκεκριμένα: «Ο πλέον πολύτιμος θησαυρός όπου έχει η πατρίς είναι οι νέοι, των οποίων η καλή αγωγή θέλει είναι η γωνιαία πέτρα της τιμής και της ευτυχίας του γένους μας».
Οργάνωσε την παιδεία στους δυό άξονες: Χριστός και Ελλάδα.
Επί εποχής Καποδίστρια η παιδεία προσφερόταν δωρεάν σε όλους, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φύλο, η κοινωνική θέση, ενώ για πρώτη φορά γινόταν η μόρφωση υποχρεωτική.
«Χωρίς πίστιν εις τον Θεόν, αγάπη προς την πατρίδα των και διατήρησιν της ελληνικής γλώσσης χάνονται εν τη ξένη οι Ελληνόπαιδες».
Απευθυνόμενος προς τον Κοραή του εκφράζει την επιθυμία του για τα Ελληνόπουλα του εξωτερικού: «Κρίνω αναγκαιότατο να συλλέξουμε και να επαναφέρουμε στην Ελλάδα τους νέους Έλληνας που με πρόφαση τη μάθηση διαφθείρονται στην Ευρώπη, αλλά έχουμε ανάγκη από οικήματα για να τους βάλουμε». Επιπλέον τον παρακαλεί να στείλει όσο πιο πολλά βιβλία μπορεί.
Η μεγάλη αγάπη και φροντίδα του Καποδίστρια για τους Ελληνόπαιδες αντανακλώνται και στις συγκλονιστικές επιστολές των μικρών μαθητών που έζησαν από πολύ κοντά το πατρικό του άγγιγμα. Σε μια από αυτές αναγράφεται: «Αγαπημένε μας, τρυφερέ Πατέρα! Με το θάνατό σου σκοτείνιασαν όλα γύρω μας. Τα λουλούδια μαράθηκαν. Τα πουλιά σώπασαν. Όλα βουβάθηκαν από τις δικές μας παιδικές και νεανικές κραυγές, που τις στέλνουμε στον ουρανό, μαζί με τους λυγμούς μας. Εκείνοι που σε σκότωσαν θα είναι για πάντα καταραραμένοι. Γιατί σκότωσαν την ελπίδα μας. Σκότωσαν την παρηγοριά μας. Τη δύναμη. Το φως για ένα καλύτερο αύριο. Γιατί σκότωσαν Εσένα, αγαπημένε μας Κυβερνήτη-Πατέρα!».
Ο αείμνηστος φιλόσοφος και πολιτικός Κωνσταντίνος Τσάτσος σημειώνει: «Αν κυβερνούσε την Ελλάδα ο Καποδίστριας μερικά χρόνια ακόμα – όταν πέθανε δεν ήταν ούτε 56 ετών – θα ήταν άλλη η μοίρα του τόπου και πολλά δεινά που ακολούθησαν θα είχαν αποτραπεί. Ίσως λίγοι τότε να ήταν σε θέση να αναμετρήσουν το μέγεθος της εθνικής συμφοράς. Μόνο η απόσταση μας επιτρέπει να τη δούμε σήμερα ολόκληρη, σε όλες της τις συνέπειες».
Σήμερα έχουμε ανάγκη το Φως του περισσότερο από ποτέ.