και μας απάντησε ο ίδιος ...
"η ΠΑΝΑΓΙΑ η ΠΟΡΤΑΙΤΙΣΣΑ στην Μόσχα .."
Έτσι και εμείς συγκεντρώσαμε όλες τις πληροφορίες και τις παραθέτουμε προς ΔΟΞΑ της ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ
ΣΤΩΜΕΝ καλώς
Δρ. Κωνσταντίνος Βαρδάκας
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἰβηριτίσσης (12 Φεβρουαρίου)
Η ἐπωνυμία τῆς ἱερᾶς εἰκόνας τῆς Παναγίας, Ἰβηρίτισσα, ὀφείλεται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἡ ἱερὴ εἰκόνα ἔφθασε κατὰ τρόπο θαυματουργικὸ τὸ ἔτος 999 μ.Χ., ἀφοῦ ἐπέπλεε ἐπάνω στὰ κύματα τῆς θάλασσας.
Τὸ ἔτος 1648, μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία τοῦ Πατριάρχου τῆς Ρωσίας Νίκωνος, ἔφεραν στὴ Μόσχα πανομοιότυπο ἀντίγραφο τῆς ἱερᾶς εἰκόνος.
Ἡ εἰκόνα τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 12 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔφθασε στὴ Μόσχα καὶ τὴν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου.
ΠΗΓΗ Θηβαίος Πολίτης ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ
Δεν υπάρχει πιστός Ρώσος που να μη γνωρίζει την Ιβήρσκαγια και το ομώνυμο παρεκκλήσι στην Κόκκινη Πλατεία, που κράτησε επί τρεισήμισι αιώνες στενούς τους δεσμούς Μόσχας και Ιεράς Μονής των Ιβήρων. Η Παναγία της Πορταΐτισσας (Βρατάρνιτσα) ή Ιβηρίτισσας (Ιβήρσκαγια) θεωρείται όχι μόνο προστάτιδα όλου του Αγίου Ορους αλλά και «φρουρός της Μόσχας».
Η ιστορία της σχέσης αυτής ξεκινάει το 1645, όταν ο τσάρος Αλέξιος Μιχαήλοβιτς, πατέρας του Μεγάλου Πέτρου, αρρώστησε και ζήτησε από τη μονή να του στείλουν τη θαυματουργή εικόνα της Πορταΐτισσας. Το αίτημα ήταν δύσκολο να γίνει δεκτό αφού είναι η μοναδική εικόνα που από το 1004 δεν έχει βγει ποτέ από το Περιβόλι της Παναγίας. Ο τσάρος και ο τότε Πατριάρχης Νίκων, σεβόμενοι την αγιορείτικη παράδοση, σύμφωνα με την οποία «όσο η εικόνα παραμένει στη θέση της το Αγιον Ορος θα είναι άτρωτο», δέχτηκαν την πρόταση της Μονής Ιβήρων να στείλει αντίγραφό της.
Με ολονύχτιες αγρυπνίες ευλογούσαν την αντιγραφή της εικόνας από αγιορείτη αγιογράφο, τελετουργικό που περιγράφουν με λεπτομέρειες οι Ιβηρίτες πατέρες στην επιστολή τους προς τον τσάρο.
Τετραμελής αντιπροσωπεία της Ιβήρων μετέφερε τότε την εικόνα στη Μόσχα. Ο τσάρος ανάρρωσε και λέγεται ότι αρχικά αποφάσισε να κρατήσει την εικόνα στα ανάκτορα. Αλλά επειδή ο λαός ζητούσε να προσκυνήσει τη θαυματουργή εικόνα, με προτροπή του Πατριάρχη Νίκωνα ιδρύθηκε ναός «παρά την γωνίαν μεταξύ των δύο πυλών του φρουρίου, εν ω ετέθη η εικών ως φρουρός της πόλεως».
Πλήθος πιστών, ακόμη και από τις πιο απομακρυσμένες περιοχές, ταξίδευε για να προσκυνήσει τη δική του Ιβηρίτισσα στην πύλη της Αναστάσεως ή πύλη της Πορταΐτισσας. Ο τσάρος, σε ανταπόδοση της ευεργεσίας, δώρισε στην Ιβήρων το Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου (100 μέτρα από την Κόκκινη Πλατεία) «μετά πλείστων προνομιών και 70 δούλων δι’ υπηρεσίαν αυτού» καθώς και σταθερή οικονομική ενίσχυση από το αυτοκρατορικό ταμείο. Το μετόχι, επανδρωμένο αδιάκοπα από αγιορείτες μοναχούς που άλλαζαν κάθε πενταετία -αυτοκρατορική άμαξα τους παραλάμβανε από το λιμάνι της Οδησσού-, είχε καταστεί κέντρο του ελληνισμού στην καρδιά της Ρωσίας. Εκεί διέμενε ο γνωστός ευεργέτης από την Ηπειρο Ζώης Καπλάνης, έμποροι, λόγιοι και ταξιδιώτες μοναχοί.
Τη δεκαετία του ’30 η περιουσία της μονής κατασχέθηκε, ο Ναός του Αγίου Νικολάου και το παρεκκλήσι κατεδαφίστηκαν, αλλά άθικτα έμειναν τα κτίρια περιμετρικά του ναού που διατηρούνται ώς σήμερα. Από τη δεκαετία του ’70 μάταια οι Ιβηρίτες μοναχοί αναζητούσαν στη Μόσχα τη θαυματουργή εικόνα. Μετά την αλλαγή του καθεστώτος, Μόσχα και Μονή των Ιβήρων αποφάσισαν να συνεχίσουν την παράδοση. Παρότι η πρώτη Ιβήρσκαγια είχε εντοπιστεί στο Κρατικό Ιστορικό Μουσείο όπου φυλάσσεται, ο Πατριάρχης της Μόσχας Αλέξιος ζήτησε από το Αγιον Ορος νέο αντίγραφο. Πάνδημη ήταν η υποδοχή της νέας εικόνας, τον Οκτώβριο του ’95, ενώ με αγρυπνίες και γιορτές εγκαινιάστηκε το καινούργιο παρεκκλήσι που χτίστηκε στη θέση του παλιού. Αντίδωρο των Ρώσων τούτη τη φορά ήταν οι συζητήσεις να ξαναζωντανέψει το αγιορείτικο μετόχι του Αγίου Νικολάου στην καρδιά της Μόσχας. Ο πρωθυπουργός της χώρας και ο δήμαρχος της πόλης δημοσίως εξέφρασαν τη βούλησή τους να παραχωρήσουν ξανά τα ακίνητα που είχε στην κατοχή της η μονή πριν από την επανάσταση. Τα κτίρια σήμερα, σε μια από τις ακριβότερες αστικές περιοχές παγκοσμίως, παραμένουν κλειστά, με σφραγισμένα παράθυρα, θαρρείς και περιμένουν τα αγιορείτικα θυρανοίξια.