Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

ΛΑΟΣ και ΣΤΡΑΤΟΣ κλίνουν το γόνυ εις σε ΑΠΕΙΡΟΓΑΜΕ ΠΑΡΘΕΝΕ

 



ΓΙΑ να παρακαλέσουμε για κάτι πρέπει πρώτα να υπεισέλθουμε με απλή και ταπεινή καρδιά εις τα υψηλά νοήματα του γεγονότος αυτού δηλ. του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ της ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ που ΘΕΙΑ ΝΕΥΣΗ χάρισε την αρχή  στην Παλιγγενεσία του 1821.

Τον πρώτο χρόνο όλοι οι οπλαρχηγοί είχαν εξαντληθεί από τις αδιάκοπες μάχες σώμα με σώμα. Κάπου έψαχναν παρηγοριά και όταν έμαθαν ότι την μεθεπόμενη χρονιά δηλ. το 1823 

(ανήμερα των Τριών Ιεραρχών)  βρέθηκε με αποκαλυπτικό τρόπο το εικόνισμα του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ στην ΤΗΝΟ, πέταξαν από την χαρά του γιατί κατανόησαν, ότι ο αγώνας της ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ που ξεκίνησαν λίγο καιρό πριν, τον Μάρτιο μήνα του Ευαγγελισμού του 1821,  είχε ΑΝΩΘΕΝ ΕΥΛΟΓΙΑ.

Από εκείνη την στιγμή, όπως μας λέει και ο ιστορικός Βλαχογιάννης ο Μακρυγιάννης δεν ξεκολλούσε από το προσκύνημα της Μεγαλόχαρης στην ΤΗΝΟ.

Σήμερα πάγωσαν οι καρδιές μας που δεν μπορέσαμε να τιμήσουμε τους προγόνους μας όπως έπρεπε, ας αφήσουμε και τις ποικίλες πολιτικές απαξίωσης του όλου γεγονότος από πασίγνωστους ανθελληνικούς κύκλους , είναι για να κλαις με τα χάλια μας και τις υποκρισίες.

Όμως αδελφοί ένας παππούλης προτρέχοντας με την προσευχή του μας είπε, ότι όπως το 1823 βρέθηκε το εικόνισμα της ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑΣ στην Τήνο, έτσι  μπορεί να έχουμε και εμείς τα ΔΩΡΑ μας ΑΝΩΘΕΝ τον επόμενο καιρό  λόγω της μετάνοιας και της συντριβής που θα δείξουμε .

Αυτά τα υψηλά νοήματα της εορτής πρέπει να πλησιάσουμε για να κατανοήσουμε τι είδους ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ μας έπρεπε ( την άλλη Ελευθερία λόγω των εμβολίων τους την χαρίζουμε γιατί δεν γνωρίζουν τι λένε) 

Ευχαριστούμε την καλή φίλη και φιλόλογο Ε.Τ από την Μακεδονία μας που μας βάζει στα υψηλά νοήματα της εορτής με το αποκαλυπτικό άρθρο της.

ΔΡ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΑΡΔΑΚΑΣ 

   


«Κοντάκιον εις τον Ευαγγελισμόν της Υπεραγίας Θεοτόκου» Ρωμανού του Μελωδού

 Ένα από τα λυρικότερα κοντάκια του Ρωμανού του μελωδού είναι το επιγραφόμενο «Κοντάκιον εις τον Ευαγγελισμόν της Υπεραγίας Θεοτόκου». Με την άφθαστη ποιητικότητά του και τον εντελώς προσωπικό και λεπτοφυή του τρόπο ο μελωδός εξιστορεί τη θεία επίσκεψη του αρχαγγέλου Γαβριήλ στην Παρθένο Μαρία, για να της κομίσει το σωτηριώδες και χαρμόσυνο άγγελμα ότι θα γίνει η Μητέρα του Λόγου Θεού. Όπως όλα τα Κοντάκια του Ρωμανού, έτσι και αυτό στην αφηγηματική του σύνθεση χαρακτηρίζεται από απλότητα, αλλά συνάμα από θεία σύλληψη και ιδιαίτερη πρωτοτυπία.

 

   Η υπόθεσή του έχει ως ακολούθως:

Ο Αρχάγγελος Γαβριήλ με Θεία εντολή κατέρχεται από τα ουράνια σκηνώματα και έρχεται στη Ναζαρέτ, για να αναγγείλει στην Παρθένο Μαρία το υπέρτατο μήνυμα. Όταν όμως φτάσει έξω από το φτωχικό σπιτάκι του Ιωσήφ, καταλαμβάνεται από απορία και διερωτάται πώς ο Ύψιστος, που δεν Τον χωράει ολόκληρος ο  ουρανός, καταδέχεται να Τον υποδεχτεί  Ετούτη η  ασήμαντη κόρη και πώς γίνεται, ενώ όλοι οι επάνω  συγκλονίζονται μη τολμώντας να Τον ατενίσουν, οι κάτω να μπορούν  να Τον βλέπουν τόσο απλά; Και θαυμάζοντας πόσο ο Μέγας Θεός αγαπάει τους ταπεινούς, μπαίνει στο μικρό σπίτι.

 

   Βλέπει τη σεμνή Μαρία και αμέσως την προσφωνεί: «Χαίρε, ο Κύριος είναι μαζί σου». Εκείνη σκύβοντας σιωπηλά το κεφάλι δεν ξέρει τι να υποθέσει βλέποντας ξαφνικά μπροστά της μια πύρινη μορφή να την προσφωνεί  με αντρίκια φωνή και να την αποκαλεί  πάραυτα «Χαίρε νύμφη, ανύμφευτε». Ο αρχιστράτηγος των ουρανών αμέσως διαλύει την ταραχή της και την ενθαρρύνει: «Ολόφωτη, μη φοβηθείς, αρέσεις εξαιρετικά στον Κύριο. Εμένα μη με φοβάσαι, είμαι υπηρέτης Του. Πρόκειται να γεννήσεις Γιο. Γεννάς τον ίδιο τον Κύριο και τρομάζεις από τον υπηρέτη Του; Γιατί δειλιάζεις από μένα που Σε τρέμω;».

 

   Εκείνη σκέφτεται τον φοβερό λόγο, ότι θα γεννήσει, ενώ άντρα δεν γνωρίζει, και δυσπιστεί. Αμέσως του απευθύνεται με παρρησία και του ζητεί να της πει αν είναι πράγματι άγγελος και αν το μήνυμα ειπώθηκε όντως από τον ουρανό. Στη δυσπιστία της ο αρχάγγελος ταράζεται, όμως δεν τολμά να απευθύνει σκληρό λόγο σ’ αυτή που θα κυοφορήσει τον Κύριο. Μονάχα σκέφτεται μέσα του: «Ούτε κι εδώ με πιστεύουν, όπως δε με πίστεψε πριν στον Ναό και ο Ζαχαρίας κι έμεινε βουβός. Εδώ όμως δεν μπορώ να δεσμεύσω τη φωνή της όπως εφίμωσα τον γέροντα. Κι ενώ μου απαιτεί να της πω ποιος είμαι, θέλοντας και μη το ανέχομαι, για να μη με απολέσει αγανακτώντας Εκείνος που βρίσκεται μέσα της, όπως κάποτε έριξε από τους ουρανούς στον Άδη τους αγγέλους που φταίξανε. Προτιμώ λοιπόν να δώσω απόκριση».

 

  -« Ζητάς να μάθεις πώς θα γίνει αυτό που σου λέω; Πώς έγινε για τον λαό η θάλασσα στεριά και πάλι η στεριά θάλασσα; Έτσι θα γίνει και το θαύμα σε σένα».

  Κι Εκείνη απαντά ευθέως στον Άγγελο: -«Τη θάλασσα που μού ’πες με το ραβδί και τις ευχές του ο προφήτης Μωϋσής την άνοιξε. Γιατί αυτό το θαύμα έγινε με κάποιο μέσον. Τώρα δεν έχουμε τίποτε. Και πώς θα γίνει αυτό, αφού δεν έχω άνδρα;».

Η απάντηση του αγγέλου έρχεται καθηλωτική:

-«Επειδή λες πως τα παλιά έγιναν με κάποιο μέσον, το παρόν είναι μεγαλύτερο και δεν χρειάζεται μεσίτης. Τότε το ραβδί και ο προφήτης ήταν προτυπώσεις τούτων. Τώρα όμως σε σένα θα λάμψει η ίδια η αλήθεια».

 

   Τη Μαρία την πιάνει τότε δέος και αντιλαμβάνεται ότι, αν η φωτοφόρος αυτή παρουσία δεν ήταν όντως από πάνω, δεν θα ερμήνευε τα λόγια της Γραφής, και αμέσως του απαντά:-« Όντως, έχεις την αλήθεια. Και επειδή από το φως προέρχεσαι, έλυσες τις αμφιβολίες μου. Ας μου γίνει όπως λες. Είμαι δούλη Εκείνου που σ’ έστειλε». Κι αμέσως ο Αρχάγγελος έχοντας εκπληρώσει τη θεία αποστολή του, πέταξε  στα ουράνια δώματα.

 

    Η Μαρία  καλεί τον Ιωσήφ και του λέει ότι ήρθε κάποιος φτερωτός επισκέπτης και της έδωσε αρραβώνα και του εξιστορεί όλο το συγκλονιστικό συμβάν. Ο Ιωσήφ τότε προσέχει τη μορφή της που του φαίνεται εντελώς διαφορετική, λουσμένη μέσα σε φως και σε θεϊκή ωραιότητα και συλλογίζεται ότι δεν είχε καταλάβει μέχρι εκείνη τη στιγμή το μεγαλείο της. Με φόβο της ζητά να μην τον καταφλέξει με τη φωτιά που εκπέμπεται από την όψη και τη γαστέρα της. Εκείνη του ζητά να την προστατέψει και να απολογηθεί για την εγκυμοσύνη της  στους ιερείς λέγοντας την αλήθεια. Όμως αυτός έντρομος της απαντά ότι κανείς δεν θα τον πιστέψει.

   -«Το ξέρεις καλά ότι διεφθαρμένοι και πονηροί είναι οι ιερείς του λαού σου και δεν θα πιστέψουν ότι συνέλαβες δίχως επαφή. Σε μένα είναι ολοφάνερο πως λάμπει το φως της παρθενίας σου, μα έσβησε σ’ αυτούς τους σκοτεινούς, γιατί ανάξιοι να σε γνωρίσουν έγιναν. Νομίζω λοιπόν ότι θα ήταν καλύτερο κρυφά να σ’ απολύσω. Γιατί επειδή σ’ αγαπώ και φοβάμαι τον λαό, δεν θέλω να σε διαπομπέψω. Ο Θεός όμως όπου να σε στείλω,  να σ’ αθωώσει το μπορεί».

 

    Στο σημείο αυτό κλείνει η αφήγηση, με τίτλο τέλους το εφύμνιο «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε», με το οποίο  εφύμνιο λήγει και ο κάθε οίκος του κοντακίου.

 

Μετά το Προοίμιο, ο πρώτος Οίκος ξεκινά με την προτροπή του μελωδού να προστρέξουμε όλοι μας  ν΄ασπαστούμε και να χαιρετήσουμε την Παναγία ως μητέρα και τροφό της ζωής μας. Να πάμε να την χαιρετήσουμε μαζί με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ. Γιατί δεν είναι σωστό μόνο ο Αρχιστράτηγος να χαιρετήσει τη Βασίλισσα, αλλά και στους ταπεινούς επιτρέπεται να Τη δουν και να Την προσφωνήσουν:

 

«Τω αρχαγγέλω Γαβριήλ δεύτε συμπορευθώμεν προς την Παρθένον Μαρίαν και ταύτην ασπασώμεθα ως μητέρα και τροφόν της ζωής ημών. Ούτε γαρ μόνω πρέπον τω στρατηγώ την βασιλίδα ασπάσασθαι, αλλά και τοις ταπεινοίς έξεστι ταύτην ιδείν και προσφθέγξασθαι…»

 

«Έξεστι» λοιπόν, δηλαδή είναι δυνατόν και στους ταπεινούς και απλούς ανθρώπους να επιτραπεί να δουν με τα μάτια τους την Πλατυτέρα των ουρανών και να τη χαιρετήσουν με ευλάβεια και δέος. Κι αυτό είναι ένα από τα μηνύματα που κομίζει ο Ρωμανός ο μελωδός μέσα από το Κοντάκιό του. Από τους πρώτους στίχους προσφέρεται το μήνυμα αυτό, όταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ προβληματίζεται λίγο πριν να μπει στο φτωχικό σπιτάκι της Παρθένου της Ναζαρέτ. Συλλογάται πόσο ο Θεός αγαπάει τους ταπεινούς, αφού καταδέχεται να τον υποδεχτεί μια ασήμαντη μέχρι τότε κόρη, την οποία για την ταπεινότητα καθαρότητα και σεμνότητά της προορίζει να κυοφορήσει τον ίδιο τον Υιό Του. Εκείνος, που Τον τρέμουν οι δυνάμεις των ουρανών, φανερώνεται στους απλούς ανθρώπους που διαθέτουν το μεγαλείο της πίστης μέσα στην απλότητά τους. Οι μεγαλόσχημοι και υπερήφανοι δεν θα τον συναντήσουν.

 

Σήμερα, διαχωρίζονται οι πιστοί από τους απίστους. Αλλά και από τους θεωρούμενους πιστούς μόνο οι απλοί και ταπεινοί από αυτούς αξιώνονται να δουν και να βιώσουν τα θεϊκά μεγαλεία. Ας ικετεύσουμε τη Θεοτόκο, που σήμερα, ημέρα του Ευαγγελισμού, υμνούν και μακαρίζουν ιδιαίτερα ως Μητέρα του Θεού όλες οι γενιές,  να αξιωθούμε κι εμείς τον Ευαγγελισμό της ψυχής μας, να γίνουμε άξιοι να τη γνωρίσουμε τη Θεοτόκο, να την προσκυνήσουμε, ώστε να διέλθουμε με πίστη, ειρήνη και απλότητα το δύσκολο μονοπάτι που καλούμαστε να διαδράμουμε στη σκοτεινή αυτή εποχή, ενδυναμούμενοι από την παρουσία της Ιδίας, του Κυρίου, και των αγίων στη ζωή μας.



 https://konstantinoupolipothoumeno.blogspot.com

ΣΤΩΜΕΝ καλώς