Δευτέρα 22 Ιουλίου 2024

“Μαρία Τσολάκη, μιά ζωή θεοδίδακτη” από την Λέσβο στην Μακεδονία και από εκεί στην ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

 



Μιά γυναίκα θεόφρων καί οὐρανόφρων

του ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ, ΑΞΙΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥΚΑΣΤΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

 Στά τόσα μαζικά ἀντιπαραδείγματα τῆς ἐποχῆς μας πού ἀσφυκτιᾶ ἀπό τήν ἀλαζονεία τῶν ἀνθρώπων καί τήν σαρκολατρεία καί τήν εἰκονοκλαστική κι ἀποσπασματική ἐκδοχή περί παντός ἐπιστητοῦ, χρειαζόμαστε μιά πολύ δυνατή ἔκπληξη ἀπό χαριτωμένες κι ἅγιες μορφές, πού τό πέρασμά τους ἀπό τήν γῆ λειτούργησε ὡσάν ὁλοφάνερο τωρινό ἱστορικό “πέρασμα Χριστοῦ”. Εἶχαν πίστη τέλεια στήν Ἁγία Τριάδα, ἦταν μέλη τίμια καί εὐσυνείδητα τῆς Ἐκκλησίας, εἶχαν ἀγάπη τέλεια γιά τούς ἄλλους ἀνθρώπους, καί ὁ Κύριος ἀποδεδειγμένα ἦταν πάντοτε μαζί τους.

Μία ἀπό αὐτές τίς μορφές, πού ἐνἐπνευσαν ἐπί τά κρείττονα πολλές ψυχές ἀνθρώπων, εἶναι καί ἡ Μαρία Τσολάκη, διδακτή καί δούλη Θεοῦ. Ὑπέδειξε κατά κυριολεξία τά ἀποκαλυφθέντα σέ αὐτήν ἀκριβῆ σημεῖα πάνω στό λόφο τῶν Καρυῶν Λέσβου, τόσο τοῦ ἐνταφιασμοῦ πρίν 500 ἐτῶν τῶν μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, ὅσο καί τῶν κεκρυμμένων εἰκόνων τοῦ Κυρίου Παντοκράτορος καί τῆς Παναγίας.

Σέ ὅλη της τήν ζωή ἐμψύχωνε ἀνθρώπους κι ἀνθρώπους, ἀπέναντι στόν πόνο, στήν ὀλιγοπιστία, στίς ἀπελπισίες τους. Μετάγγιση βεβαιοπιστίας, μετάγγιση μετάνοιας, μετάγγιση ἐκκλησιαστικοῦ λατρευτικοῦ ἤθους. Γιά νά πιστέψουν ἀληθινά καί νά ἀγαπήσουν τόν ἀληθινό Θεό.

Πλείονα θά ἀναφέρουμε στό ὑπό ἔκδοση βιβλίο μέ τίτλο “Μαρία Τσολάκη, μιά ζωή θεοδίδακτη”.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΕΥΕΡΓΕΤΗΜΕΝΩΝ

Τελώντας τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνό της, μέ συλλειτουργό τόν ἀγαπητό ἐν Κυρίῳ ἅγιο Δράμας κ. Δωρόθεο, στήν Ἱερά Μονή Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης Γουμενίσσης-Γρίβας, ἐπικαλέσθηκα αὐθόρμητα καί τρεῖς περιπτώσεις συμπαρόντων καί συνευχομένων, εὐεργετημένων μέ τίς προσευχές της, ἀπό τήν ἐπαρχία μας καί τήν γειτονική Ἔδεσσα.

(α) Προσκάλεσα ἐνώπιον ὅλων τόν κ. Γεώργιο Ἀραμπατζή, πατέρα τοῦ 8χρονου σήμερα μικροῦ Ραφαήλ. Μετά τή γέννηση τοῦ παιδιοῦ τό 2016, οἱ γιατροί διακόμισαν ἐσπευσμένα τό νεογνό ἀπό τά Γιαννιτσά στό Ἰπποκράτειο Θεσσαλονίκης, ἡ κατάστασή του ἦταν ἐξαιρετικά κρίσιμη. Ἀπεγνωσμένα ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ, γνωστή μας ἀπό τότε πού ἐργαζόταν στά 5/μηνα στή Μητρόπολη, ἐπικοινώνησε καί ζήτησε νά παρακαλέσουμε τήν γερόντισσα Μαρία νά προσευχηθεῖ κι ἐκείνη ἐπίμονα. Καί εἶδε ἡ εὐαίσθητη αὐτή καί θεόφρων ψυχή τήν Παναγία μας νά τῆς ἀποκαλύπει: “Ἡ κατάσταση τοῦ μωροῦ εἶναι πολύ δύσκολη, χρειάζεται νά παρακαλέσω πολύ τόν Κύριο”. Ὅμως, τελικά ἡ Παναγία μίλησε παραμυθητικά: “Ὁ Κύριος εἰσήκουσε τήν προσευχή μου καί τό παιδί θά ζήσει”. Πήραμε μεγάλη ἀνακούφιση ὅλοι, πληροφορήσαμε γιά τήν ἀναμενόμενη διάσωση τοῦ νεογνοῦ μία συνάδελφο τῆς μητέρας ἀπό τά 5/μηνα (πού διακονοῦσε ἔκτοτε τήν γερόντισσα Μαρία), κι ἐκείνη ἀμέσως εἰδοποίησε τούς γονεῖς. Ὁ γιατρός τῆς ΜΕΘ νεογνῶν ἐπιβεβαίωνε τήν ἀνέλπιστη ἀλλαγή ὅλων τῶν ἀπελπιστικῶν δεδομένων: “Τί νά πῶ, σήμερα, κ. Ἀραμπατζή; Ὁ μικρός εἶναι πολύ καλύτερα ἀπό ἐχθές. Ἦταν γιά νά πεθάνει, εἴχαμε χάσει κάθε ἐλπίδα νά ζήσει τό παιδί, ἀκόμα κι ἀπό θαῦμα. Ὅμως, λές καί εἶναι ἄλλο μωρό σήμερα”. Ἡ κοπέλα πού τούς ἔδωσε τήν πρώτη ἀνάσα ἐλπίδας, ἔγινε καί ἡ ἀνάδοχος τοῦ μωροῦ τους, μέ τό ὄνομα “Ραφαήλ”.

(β) Προσκάλεσα τόν ἐπίσης συμπαρόντα κ. Παντελή Ἐλευθεριάδη, ἐνταγμένο στήν Ἑλληνική Ἀστυνομία ἀπό τό 1997, Ἀξιουπολίτη διαμένοντα στό Κιλκίς. Περιέγραψε κι ἐκεῖνος μέ ἔκδηλη συγκίνηση: «…Στίς 31 Ἰουλίου 2008 κατέβηκα πάρα πολύ νωρίς στήν Πάτρα γιά νά διευκολύνω τόν Σεβασμιώτατο καί νά παραλάβω γιά Γουμένισσα τόν πνευματικό μου π. Δωρόθεο, πρωτοσύγκελο τότε καί τώρα Μητροπολίτη Δράμας, πού μᾶς εὐλογεῖ σήμερα. Συναντηθήκαμε πρωί-πρωί, ἦταν μέ ἄλλα πνευματικά του παιδιά καί τήν Μαρία Τσολάκη. Μετά τήν θεία Λειτουργία στόν Ἅγιο Ἀνδρέα, πάνω στή συζήτηση ἡ κ. Μαρία μέ ρώτησε ἄν εἶμαι παντρεμένος, ἄν ἔχω παιδιά. Δέν εἴχαμε ἀκόμη ἀποκτήσει. Μοῦ λέει ἀφοπλιστικά: “Τοῦ χρόνου τέτοια μέρα θά κρατᾶς στήν ἀγκαλιά σου ἕνα παιδί”. Τήν ἄλλη χρονιά, ἀκριβῶς ἴδια μέρα, μοῦ ἔφεραν νεογέννητη καί κρατοῦσα στήν ἀγκαλιά μου τήν πρώτη κορούλα μου. Ποιά ἦταν ἡ ἔκπληξή μου ὅταν ἐκείνη τή στιγμή μέ πῆρε τηλέφωνο ὁ Μητροπολίτης μας νά μέ ρωτήσει γιά τό μωρό καί νά μοῦ εὐχηθεῖ νά μᾶς ζήσει.  Ἤθελα νά δώσω τό ὄνομα τῆς χήρας μητέρας μου, νά τῆς δώσω χαρά, νά τήν τιμήσω. Ὅμως, ἔμεινα μέ ἀνοιχτό στόμα, μαθαίνοντας ὅτι ἠ κ. Μαρία εἶδε τήν Παναγία μας καί ἤθελε νά δοθεῖ τό ὄνομά της σάν εὐλογία στό κοριτσάκι μας. Τῆς ἀπεκάλυψε κάτι πού κανείς δέν γνώριζε ἐκτός ἀπό τόν γιατρό καί τήν γυναίκα μου: “στόν 7ο μήνα ἡ σύζυγός σου εἶχε χάσει ἀρκετά μεγάλη ποσότητα ἀμνιακοῦ ὑγροῦ καί εἶχε κρατήσει ἐντός τοῦ σάκκου τόση ποσότητα ὑγροῦ ἀπαραίτητη γιά νά ἀναπτυχθεῖ τό ἔμβρυο!” (Διακρίνουμε καί σέ αὐτήν τήν περίπτωση τήν θαυμαστή ἐπενέργεια τῆς Παναγίας γιά νά ζήσει τό μωρό.) Σημάδι κι αὐτό, γιά νά ξεπεράσω τούς δισταγμούς καί νά προτιμήσω μιά τόση εὐλογία γιά τό πρῶτο μου κοριτσάκι…».

(γ) Στό ἐκκλησίασμα καί ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἀθανασίου Σαμαρέντση καί τή σύζυγό του Εὑτέρπη, ἰατρό μικροβιολόγο, καί τά δύο σήμερα παιδιά τους, τό Χρῆστο καί τή Ραφαηλία (πού τήν βαπτίσαμε στό μοναστήρι). Τό πρῶτο τους παιδί ἀπό δύο ἐτῶν ἔπασχε ἀπό ὀξεία μυελογενή λευχαιμία, μετακινήθηκε σέ νοσοκομεῖα μέχρι νά καταλήξει στο Παιδοογκολογικό Ἀθηνῶν. Συνεχεῖς ἐξετάσεις καί θεραπεῖες. Φιλότιμες οἱ προσπάθειες τῶν ἰατρῶν, γιά τέσσερα χρόνια ἔκαναν ὅ,τι μποροῦσαν. Ὁ ἁγιασμός καί τά κεριά πού ἄναβε ἡ Μαρία μέ κλάματα, ἔφεραν τό ποθούμενο ἀποτέλεσμα. Παρά τίς ἄκρως δυσοίωνες προβλέψεις, ὁ Χρηστάκος ―δόξα τῷ Θεῷ― συνῆλθε, χαίρει ἄκρας ὑγείας καί φοιτᾶ στό γυμνάσιο εὐφυέστατος, μέ καλές ἐπιδόσεις! Βιώνοντας τίς πιό ἀκραῖες δυσκολίες μέ τήν μακρά ἐκείνη περιπέτεια, δέν διστάζει τό παιδί νά ὁμολογεῖ τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ ἀκόμη καί ἐνώπιον τῶν συμμαθητῶν του. Ἀκόμη καί τῶν ἰατρῶν, λέγοντάς τους ὅτι «ἀπό τότε πού ἄρχισα νά πίνω ἀπό τόν Ἁγιασμό πού εἶχε γίνει, ἄλλαξαν ὅλα τά δεδομένα».

 Συγκλονιστικές καί οἱ τρεῖς αὐτές ἄμεσες προσωπικές μαρτυρίες, ἐπιβεβαίωναν τήν αὐθόρμητη αἴσθηση ὅλων γιά τήν θεάρεστη καί θεοβράβευτη ὕπαρξη τῆς κοιμηθείσης Μαρίας. Μέ τήν χαριτωμένη καρδιά της συναισθανόταν μέ τήν πιό ἄμεση οἰκειότητα τούς πόνους καί τά βάσανα τῶν ἄλλων παιδιῶν τοῦ Θεοῦ. Προσευχόταν διαρκῶς καί ἐπίμονα, προσοικειώνοντας παιδιά καί μεγάλους στήν δική της μεθεκτική ἀμεσότητα τῆς πίστεως, τῆς πίστεως “ὡς κόκκου σινάπεως” πού καρποφορεῖ καί ἁπλώνεται. Γιατί ζωογονεῖται καί ἐμπνέεται ἀπό τόν Παράκλητό μας πρός τόν Πατέρα, τόν Κύριο καί Θεό μας Ἰησοῦ Χριστό, καί τόν ἄλλον Παράκλητον “τόν μένοντα μετά τῆς Ἐκκλησίας εἰς τον αἰῶνα”.

Σ᾽ αὐτήν τήν θεοσφράγιστη προοπτική ζώντας καί προσφερόμενη προσευχητικά ―ἄλλο ἕνα θαυμαστό τῆς ζωῆς της― δέν ἔνιωθε τίποτε ξέχωρο γιά τόν ἑαυτό της. Παρακαλοῦσε προπαντός νά τελεσθοῦν λειτουργικές δεήσεις πάνω ἀπ᾽ ὅλα, νά προσφερθοῦν ἀπό τούς οἰκείους τά βασικά πρόσφορο καί νάμα καί ὅλα τά λοιπά ἀπαραίτητα.



ΘΕΟΔΕΚΤΗ ΑΙΣΘΗΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΚΟΤΗΤΟΣ

Εἶχε μιάν χαριτωμένη ἅγια αἴσθηση ἐκκλησιακότητος.

Θεόδεκτη αἴσθηση; Θεόδοτη;

Μᾶλλον και τά δύο, ὡσάν ἐκεῖνο τό “ἑκατόν” τῆς βιβλικῆς παραβολικῆς καρποφορίας.

Καί αὐτήν μετέδιδε ὡς “ἀπόληξη διάρκειας” στόν καθένα πού γινόταν “ἀναδεκτός τῶν θεοδέκτων προσευχῶν της”.

Αὐτή ἀκριβῶς ἡ λεπτότητα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἀναδοχῆς τοῦ ἀνθρώπινου πόνου καί ἡ ἀναδοχή τῆς ἐκκλησιακῆς ἔμπνευσης γιά τόσους ἀνθρώπους, ἦταν ἀπό τίς διαρκεῖς διά βίου εὐεργεσίες της. Με τέτοιαν αἴσθηση ἦταν ὁλοτελῶς ἀγαθοεργός γιά ἀνθρώπους καί ἀνθρώπους μέ ἀνάγκες ὑλικές και πνευματικές.

Ἀρκεῖ γιά πολλοστή φορά νά θυμίσω ὅτι ὁ πυρήνας τῆς ἱστορικῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀναγνωρίσεως τῶν ἤδη θεοδοξάστων Νεοφανῶν Μαρτύρων ἦταν ἡ κατάθεση τῆς Μαρίας στόν Μητροπολίτη Ἰάκωβο Κλεόμβροτο (Μάϊος τοῦ 1960) καί ἡ προειδοποίησή του γιά τήν ὕπαρξη τοῦ δευτέρου Ἁγίου. Ἐπιβεβαιώθηκε πλήρως στίς 13 Ἰουνίου 1960 καί τρόπον τινά “δικαίωνε” τίς ἀποκαλυπτικές ἐμπειρίες αὐτῆς τῆς γυναικός γιά τόν Διάκονο ἅγιο Νικόλαο, γιά τό συγκεκριμένο μέρος ἐνταφιασμοῦ, γιά τήν ὅλη εἰκόνα τοῦ τάφου καί προπαντός περιγραφικά γιά τήν ὅλη εἰκόνα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου. Εἶχε ἀποτυπωθεῖ ὅλη ἐκείνη ἡ “εἰκόνα” στήν ψυχή της, καθώς τῆς εἶχαν φανερωθεῖ σέ τρία ἐνύπνια ἐπανειλημμένως.

 Ἔ, λοιπόν!

Ἡ Θερμιώτισσα Μαρία τρόπον τινά ἐξαναγκάσθηκε νά ἐπισκεφθεῖ καί νά μιλήσει στόν Μητροπολίτη Ἰάκωβο ἀπό σεβασμό μεγάλο καί συμπόνια γιά τόν 60χρονο καί πλέον ἐφημέριό τους τόν παπα-Θυμή, πού κλαίγοντας τήν παρακινοῦσε νά τοῦ συμπαρασταθεῖ, γιατί ἔτρεμε τήν αὐστηρότητα τοῦ ἀοιδίμου Ἰακώβου, πού παρέμενε ἐφεκτικός και ἀπέπεμψε αὐστηρά τόν παραδοσιακό ἐκεῖνον ἱερέα.

Σκεφθεῖτε! Εἶχε δεῖ ἐπανειλημμένα ἀπό μῆνες τήν ἐμπειρική θεόδοτη προφανέρωση, ἀλλά κίνητρό της ἦταν ἡ εὐαισθησία γιά τόν ἡλικιωμένο ἱερέα τους καί τόν φόβο του! Ὄχι ὁ ἐαυτός της. Ὄχι ἡ συνειδητή (οὐδέ κἄν ἡ ἐκ τοῦ ἀσυνειδήτου) “προβολή” τοῦ ἑαυτοῦ της.

Εἶχε μιάν ἅγια θεοσφράγιστη αἴσθηση ἐκείνου τοῦ “μή ἡμῖν, Κύριε, μή ἡμῖν· ἀλλ΄ ἤ τῷ ὀνόματί σου δός δόξαν, ἐπί τῷ ἐλέει σου καί τῇ ἀληθεία σου”. Πάντοτε, σέ ὅλη της τήν ζωή. Ὡσάν νά προερχόταν ἀπό ἄλλον… πλανήτη καί ὄχι ἀπό τήν γῆ, μέ τόσες φιλοδοξίες μας.

Ἦταν ἀνθρώπινη και συνάμα οὐρανόφρων.

Γι᾽ αὐτό τήν ἐξέλεξε ἡ συγκατάβαση καί τό μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ περί ἡμᾶς τούς λεγομένους “ὀγδοαιωνίτες” (ἄς τό ἐξειδικεύσω ρητορικά).

ΘΕΟΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑ ΒΙΟΥ

Ὁ Κύριος τά γνωρίζει ὅλα (πρίν συντελεσθοῦν), ἀλλά ἀφήνει τούς Δικαίους νά τά πράξουν, γιά νά μοιάσουν στόν Παντευεργέτη Κύριο.

 “Ἀφομοιωμένοι τῷ Υἱῷ τοῦ Θεοῦ”! “Ὅμοιοι μέ τόν [σαρκωθεντα] Υἱό τοῦ Θεοῦ” Τί φοβερή φράση! Τί φοβερή προσδοκία! Τί φοβερό κίνητρο γιά τήν ἐκκλησιαστική μας πορεία!

Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ―ἐνεργώντας ἀνθρώπινα― φρόντιζαν καί ἐνεργοῦσαν τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Τέτοια ὑπῆρξε ἡ μακαρία Μαρία, ὑπήκοος μόνον τοῦ Χριστοῦ, σέ ὅλη της τήν ζωή. Παιδιόθεν κατευθυνόταν ἄμεσα ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Αὐτό συνεπαγόταν γιά κείνην ἀνθρώπινες ὀδύνες καί θλίψεις, στερήσεις καί ἀποστερήσεις!

Ἀπό 7χρονο κοριτσάκι, στό Δημοτικό ἀκόμη, ἔβλεπε τήν Παναγία μας ὡς Μοναχή. Τήν εἶχε προειδοποιήσει γιά τήν Κατοχή τῶν Γερμανῶν, ἀλλά την καθησύχαζε ὅτι δέν θά κινδύνευαν στο χωριό ἀπό θανατώσεις ἤ πείνα. Στά γεγονότα τῶν Καρυῶν, ἔβλεπε πολλάκις τήν Παναγία μας. Σέ ὅλη τήν πονεμένη ζωή της, δέν ἔπαυσε νά βλέπει τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ.

Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ―μπροστά στόν Θεό― δέν ὑπολόγιζαν κανέναν ἄλλον!  Ἄν διαβάσουμε τά συναξάρια τῶν Ἁγίων, θά τό διαπιστώσουμε αὐτό. Μόνον ὁ Θεός εἶχε τήν ἀποκλειστική προτεραιότητα στήν ζωή τους.

Ἔ, λοιπόν, αὐτό τό ἀπόλυτο εἶχε σέ ὅλη τήν ζωή της ἡ δούλη τοῦ Θεοῦ Μαρία. Τίποτε ἄλλο δέν θέλησε νά χαρεῖ, ἀντί τοῦ Θεοῦ. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τήν προσείλκυε διαρκῶς σέ μιάν ἀποστέρηση, σέ μιάν ἄσκηση, σέ μιάν ἀπόλυτη σχέση μέ τόν Κύριο.

Στό ἱστορικό τῶν Ἁγίων ἀναφέρεται πόσο τρόμαξε ἡ ἁπλή Μαρία, βλέποντας τόν ἅγιο Ραφαήλ ὁλοζώντανα ὡς κληρικό μέ λάμποντες ὀφθαλμούς, μέρα μεσημέρι στίς 3 Ἰουλίου 1959· καί ξαφνικά τόν ἀντίκρισε ἀποκεφαλισμένο, μέ τά αἵματα νά τρέχουν! Τῆς ἔδειξε ὁ Θεός ὁρατά τήν ἅγια ἱερωσύνη τοῦ Ἁγίου καί τήν μαρτυρική ἁγιωσύνη τοῦ Ἁγίου!

Κι ἐνῶ τρόμαξε, ἀπό τότε ἀνέβαινε ―μέ ἐνύπνια ἐντολή τῆς Παναγίας― πρωΐ-βράδυ ἐπί μῆνες, νά ἀνάβει τό καντηλάκι στίς Καρυές, στήν παλαιά Ἁγία Τράπεζα, σ᾽ ἐκεῖνον τόν μαρτυρικό λόφο.

Ὁ Θεός τήν εἶχε σφραγίσει καί σταδιακά τήν “ζύμωνε” μέ τούς Ἁγίους, μέ τό μαρτύριο καί τήν μαρτυρία τῶν Ἁγίων Του.

Καίτοι νέα γυναίκα, 33/34 χρονῶν, μέ τέσσερα μικρά παιδιά τότε, συμμετεῖχε σέ νυκτερινές ἀγρυπνίες, ὅπου οἱ Ἅγιοι ἔδειχναν τά ἐξαίσια μεγαλεῖα τοῦ μαρτυρικοῦ λόφου. Στίς γενικές ἀνασκαφές, διέμεναν οἰκογενειακῶς πάνω στό βουναλάκι, σέ ἕνα πρόχειρο τσαρδάκι.

Οἱ Ἅγιοι καί οἱ συμμάρτυρες, πρό 500 χρόνων, φανερώνονταν ἐκτάκτως σέ πολλούς, ἀλλά στήν ἁπλούστατη καί ταπεινότατη Μαρία διαρκῶς!

Ἔχω τήν αἴσθηση ὅτι ὁ Κύριος, τότε,  ἔδειχνε σέ πολλούς τά μεγαλεῖα Του, διότι ἁλλιῶς δέν θά πίστευε ὁ περισσότερος κόσμος [κι ἐμεῖς ἀργότερα].

Δέν θά πίστευαν [δέν θά πιστεύαμε] τίς διαρκεῖς θεῖες φωτοφάνειες καί ἁγιοφάνειες πού ζοῦσε ἡ εὐλογημένη ὄντως Μαρία: μέ παιδικότητα, ἀθωότητα, ἁπλότητα, ταπεινότητα, μέ ἀκενόδοξη ἀφάνεια, μέ ἁγνότητα καρδιᾶς, μέ τήν δεκτικότητα τῆς θείας εὐλογίας.

Καί μέ τήν καλοσύνη καί ἀνθρωπιά της σέ ἀγαθούς καί πονεμένους, γιά τούς ὁποίους φρόντιζε νά μαγειρεύει μέ ὅ,τι λίγα διέθεταν! Διορθώνοντας μάλιστα καί τόν λογισμό τῶν μικρῶν παιδιῶν της, μέ τήν πειθώ τῆς ἀφοπλιστικῆς εὐαισθησίας της: “Εἶναι παιδιά τοῦ Θεοῦ κι αὐτοί. Πρέπει νά τά ἀγαπᾶμε καί ὄχι νά τά σιχαινόμαστε. Εἶναι σάν κι ἐμᾶς”!

Δέν ἦταν μοναχή, ἀλλά ζοῦσε καί ἔζησε ὡσάν τούς μοναχούς (μιάν ἀφιέρωση τοῦ “εἶναι” της στόν Θεό). Δέν ἦταν ἀσκήτρια, ἀλλά ζοῦσε καί ἔζησε ὡσάν τούς ἀσκητές. Ἀσκήτρια μέσα στόν κόσμο ἤ, μᾶλλον, ἀπομονωμένη ἀπό τόν κόσμο.

Μέ διδάσκαλο τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἀναπαυόταν στήν ἁπλότητα καί στά βάσανα τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς της.

Ὁ νοῦς, ἡ καρδιά, ἡ ψυχή της ἦταν αἰχμαλωτισμένα στό “ἀπόλυτο” τῆς ὑπακοῆς τοῦ Θεοῦ, στό ἀπόλυτο τῆς εὐαρεστήσεως τοῦ Θεοῦ, στό ἀπόλυτο τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, στό ἀπόλυτο τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ.


ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΒΙΝΤΕΟ

https://youtu.be/cuKyZm7dfyM?si=9dhEqShGTTeJSlql

Η ΚΥΡΙΟΤΕΡΗ “ΒΛΕΠΟΥΣΑ”

Γι᾽ αὐτό καί ἐλεήθηκε νά εἶναι “ἡ κυριότερη βλέπουσα” τά μεγαλεῖα τῶν Ἁγίων.

Ἀξιώθηκε νά δεῖ ποῦ βρισκόταν ἡ σιαγόνα τοῦ ἁγίου Ραφαήλ καί ἔτσι ἀνευρέθηκε [σέ μιά λακκουβίτσα, κάτω ἀπό ἕνα βράχο, σέ βάθος 2 μέτρα κάτω ἀπό τήν γῆ].

Ἀξιώθηκε νά δεῖ τίνος ἦταν τά λίγα καμμένα παιδικά ὀστᾶ στό πιθάρι. [ἔσκαψαν κατόπιν ἐνυπνίου τῆς ἡλικιωμένης Βιργινίας Ἀδάμ καί βρῆκαν καμμένα λίγα παιδικά ὀστᾶ σέ πιθάρι/ΟΜΩΣ τό ἴδιο βράδυ ἦταν ἡ Μαρία πού εἶδε τήν ταυτότητά τους, τήν ἁγία Ρηνούλα καί τό φρικτό μαρτύριο].

Ἀξιώθηκε ἡ Μαρία νά δεῖ τρεῖς φορές ἐπανειλημμένα καί νά περιγράψει στό Μητροπολίτη Ἰάκωβο τό μνημεῖο καί τό λείψανο τοῦ ἁγίου διακόνου Νικολάου, καί τό καταφρονημένο εἰκόνισμα τῆς Παναγίας. Ὅταν μετά δύο μῆνες ἐπιβεβαιώθηκε, ὁ Μητροπολίτης θαύμασε, πίστεψε, φώναξε “Σημεῖον μέγα!”. Τήν ἀναζήτησε μεταξύ τῶν πολλῶν ―γιατί κρυβόταν πάντοτε― καί τήν εὐλόγησε.

ΔΙΟΤΙ αὐτή ἡ ταπεινότατη ψυχή ἔγινε ὡσάν “προφήτης” ἀπό Θεοῦ, γιά νά πιστέψει ὁ τότε Μητροπολίτης Ἰάκωβος καί νά προχωρήσει στήν ἐπίγεια ἀναγνώριση τῶν Ἁγίων τῆς Θερμῆς.

Δέν θά πῶ περισσότερα, γιά ἐκεῖνα τά θαυμάσια, γιατί θά ἔπρεπε νά ὁμιλῶ ὧρες. Τά γράφω στό δίτομο ἔργο μου [μετά ἀπό ἔρευνα πολλῶν ἐτῶν].

“ΑΝΩ ΣΧΩΜΕΝ ΤΑΣ ΚΑΡΔΙΑΣ”

Σήμερα λειτουργήσαμε μέ τόν ἅγιο Δράμας καί τήν Ἀδελφότητα τῆς Μονῆς καί ὅλους ἐσᾶς.

Καί τελοῦμε τό τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο μιᾶς ὕπαρξης, πού ἔζησε τήν δύναμη τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί τῆς θείας Ἀναλήψεως.

«Ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας! Ἔχομεν πρός τόν Κύριον. Εὐχαριστήσωμεν τῷ Κυρίῳ! Ἄξιον καί δίκαιον».

Ἡ ζωή τῆς μακαρίας Μαρίας ἦταν αὐτός ὁ λειτουργικός διάλογος. Αὐτό ζοῦσε καί ἔζησε.

Κοντά της πολλοί ἄρχιζαν νά θυμοῦνται τόν Παράδεισο, “τήν ποθεινήν πατρίδα”.

Κοντά της πολλοί ἄρχιζαν νά θυμοῦνται στήν πράξη “τά πτωχά καί ἐξουθενημένα τοῦ κόσμου” (τούς πιό σίγουρους πολίτες τοῦ Παραδείσου). Ἦταν κι αὐτό ἡ “συμπληρωματική λειτουργία” τοῦ “ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας”, μιᾶς καί ὁ Θεός θέλει νά μεταποιοῦμε μέ φιλότιμο τήν γῆ σέ οὐρανό, ὑπηρετώντας μεταξύ τῶν ἀνθρώπων τήν δική Του φιλανθρωπία καί πρόνοια.

Γιά ὅλα αὐτά τήν ἔφερε κοντά μας ὁ Κύριος.

Ἦταν καί παραμένει ἅγιο δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς καί γιά πολύ περισσότερους ἀπό τοῦδε.

Τήν εὐχή της νά ἔχουμε.―