Σάββατο 13 Μαρτίου 2021

Σήμερα απαγχονίστηκε ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης- ήταν 14 Μαρτίου

 

Η μαρτυρία του ιερέα των φυλακών… 

Όσα διαδραματίστηκαν εκείνο το βράδυ, τα περιγράφει ο ίδιος ο Παπάντωνης μέσα στο βιβλίο του, «Πώς έζησα το δράμα των Απαγχονισθέντων»: 

Τό απόγευμα τής 13ης Μαρτίου ό διοργανωτής των εκτελέσεων κ. Λκκερ μέ ενημέρωσε περί τής εκτελέσεως τού Παλληκαρίδη και ότι έπρεπε ώς συνήθως νά παραμείνω στάς Φύλακας.

Εζήτησα νά μείνω στο σπίτι μου και νά μεταφερθώ εις τάς Φύλακας ολίγον προ τής εκτελέσεως και εδέχθησαν μέ τήν ύπόσχεσιν διότι πράγματι θά εύρισκόμην στο σπίτι, γιατί όπως αντελήφθην ενόμιζαν πώς θά τούς γελούσα.

Εκανονίσαμεν ή ώρα 10 μ.μ. νά ρθούν νά μέ πάρουν, όπως και έγινε. Μόλις έφθασα στάς Φύλακας, ώδηγήθην πλησίον τού Παλληκαρίδη διά νά τού μεταδώσω τήν Θείαν Κοινωνίαν. Τον βρήκα απολύτως ήρεμον χωρίς την παραμικράν έκδήλωσιν ταραχής ή λιποψυχίας.

Τά λόγια του εις τήν συνομιλίαν μας ήσαν κοφτά και μετρημένα. Έκάθητο εις τό κρεββάτι του, πού έψαυε σχεδόν τό δάπεδον του κελλιού, και έγώ λίγον υψηλότερα σ’ ένα σκαμνί. 

Τον είχαν στο κελλί τού Ανδρέα Δημητρίου, και στο άλλο τού Καραολή είχαν τον Μαϊμάρη, πού τον κατεδίκασαν γιά φόνο. Δύο είναι τά κελλιά τών μελλοθανάτων πλησίον τής αγχόνης, και γι’ αυτό τούς δύο πρώτους τούς είχαν σ’ αυτά τά κελλιά πού είναι πολύ πληκτικά, όπως και τώρα τούς δύο αυτούς, μέ τήν διαφοράν ότι τώρα μόνον ό ένας μέ ενδιέφερε εθνικά…. 

Όταν συνελήφθη μέσα στο δάσος μέ ένα όπλο, πού δέν μπορούσε νά χρησιμοποιηθή, ήτο νύχτα, και οί σύντροφοί του έτρεξαν και έφυγαν, και δέν συνελήφθησαν. Αυτός όμως δέν έτρεξε να φύγη. Και περίεργος γι’ αυτό τού υποβάλλω τήν έρώτησιν…. 

– Γιατί δέν έτρεξες νά φύγης και σύ όπως έκαμαν οί άλλοι;… 

Έσήκωσε τό πρόσωπόν του και μέ είδε στά μάτια, γιατί ήτο σκυφτός, και μέ έλαφρόν μειδίαμα μού λέγει.

 -Τούς επήρα γιά δειλούς, όταν τους είδα νά τρέχουν. 

 Επικρατεί σιωπή. Και πάλιν ερωτώ. -Έχεις τίποτε νά μού πής, παιδί μου ;

 – Μετανοιώνω γιά κείνο πού έκαμα και άν ζούσα δέν θά το ξανάκαμνα. 

Δέν εννοούσε τό ότι έλαβε μέρος στον αγώνα αλλά άλλο πράγμα, τής ψυχής…. 

Τού υπέδειξα, άν ήθελε νά αφήσει τον Σταυρόν του νά τον έχωμεν ώς ένθύμιον, άλλά μου λέγει: Όχι πάτερ, θέλω νά τον πάρω μαζί μου.

Λυπήθηκα, πού δέν σκέφθηκα νά πάρω άλλον μαζί μου και να τον κρατούσα ώς ιερόν κειμήλιον όπως έκαμα στους τρεις προηγουμένους. Μετά τήν εκτέλεση τον έφερε στο λαιμό του.

Τού συνέστησα νά έχη θάρρος μέχρι τέλους και νά μήν άφήση τήν εντύπωση στους άγγλους δημίους ότι έδειλίασε. 

 – Έχω θάρρος, μού λέγει, και δέν θά δειλιάσω, εύχομαι δέ να είμαι ό τελευταίος.

 Τά τελευταία του λόγια ήσαν: 

Τούς χαιρετισμούς μου εις όλους, και εύχομαι σύντομα τήν έλευθερίαν τής Κύπρου. 

Τού μετέδωσα τέλος τήν Θείαν Κοινωνίαν. Και αφού τον εφίλησα, τον απεχαιρέτισα μέ τάς λέξεις, θάρρος, και νά μήν χάνης τάς ελπίδας σου.

Κάποια έλπίς διασώσεώς του υπήρχε μέχρι τής τελευταίας στιγμής, ήτοι τής ενδέκατης και μισής, πού έξετελέσθη.

 Ο Μαϊμάρης όταν μέ είδε νά φεύγω άπό τό διπλανό κελλί, έφώναζε και έκλαιε και έτάρασσε τήν γαλήνη και τήν σιγήν τής νύχτας γύρω από τήν αγχόνην. 

Σημ. Η αρχική φωτογραφία που δημοσιεύουμε ανέβηκε στο διαδίκτυο με τη λεζάντα «Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης στις τελευταίες του στιγμές»…

Προέρχεται όμως από ντοκιμαντέρ αφιερωμένο στη ζωή και τη θυσία των αγωνιστών της ΕΟΚΑ. 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ στο https://www.militaire.gr/san-simera-apagchonistike-o-eyagoras-pallikaridis/