Ο Μιχάλης μας, πέθανε χτες. Ήρθε, δίδαξε ήθος και Αγάπη κι έφυγε.
Ο πατέρας Μιχάλης Νικολαΐδης νοσηλευόταν στη ΜΕΘ του νοσοκομείου της Καβάλας- Έφυγε ο Μιχαλάκης μας, η «σβούρα” των θαλάμων» λένε για εκείνον οι συνάδελφοι του, αφού παρότι μπήκε στο ιερατικό σχήμα δεν εγκατέλειψε το πόστο του νοσηλευτή.
Δυστυχώς κανείς μας δε μπόρεσε να πάει στην κηδεία του.
Επιτρέπονται μόνο 6 άτομα.
Ο Μιχάλης είχε ένα σωματικό πρόβλημα. Ήταν κοντός, σχεδόν νάνος.
Πάλεψε, σπούδασε νοσηλευτική και επί χρόνια δούλευε σαν νοσηλευτής και σε κλινικές του νοσοκομείου και στα χειρουργεία.
Μονίμως κουβαλούσε ένα σκαμνάκι μαζί του. Για να ανεβαίνει και να φτάνει τους ορούς ή να δίνει τα εργαλεία στους χειρουργούς όταν ήταν στα χειρουργεία.
Ο Μιχάλης δέχτηκε μεγάλες κοροϊδίες, αλλά ποτέ δεν θύμωσε.
Με κανέναν.
Πάντα ήταν γελαστός, σε κανέναν δεν κράτησε μούτρα, σε κανέναν δεν σταμάτησε να λέει «καλημέρα», σε κανέναν δεν αρνήθηκε βοήθεια.
Πριν από καμιά 10αριά χρόνια, ο Μιχάλης μετατέθηκε στο Διοικητικό.
Έφτασε να πάρει και θέση προϊσταμένου. Ήταν μέλος των Γιατρών του Κόσμου,
έτρεχε στα συσσίτια, μάζευε για τους φτωχούς, έδινε τα πάντα.
Και είχε όνειρο να γίνει ιερέας.
Και έγινε.
Πριν 2 χρόνια. Ιερέας χωρίς μισθό.
Ο μισθός του ήταν αυτός που πληρωνόταν από το νοσοκομείο.
Όλη την εβδομάδα ερχόταν στο νοσοκομείο με το ράσο του.
Μόλις έφτανε στην είσοδο, έβγαζε το ράσο και έμενε με το πουκάμισο.
Ο Μιχάλης έγινε μοναχός και μετά ιερομόναχος.
Ήταν άγαμος.
Και ως μοναχός, στην κουρά του, του δόθηκε το όνομα Γαβριήλ.
Τα σαββατοκύριακα έφευγε και πήγαινε στη Μητρόπολή του, στις Σέρρες.
Εκεί είχε ζητήσει να τον στέλνουν να λειτουργεί σε μακρινά και απομονωμένα χωριά που δεν είχαν μόνιμο ιερέα.
Βουνά και λαγκάδια.
Και πέρσι τον χειμώνα, τον θυμάμαι μονίμως κρυωμένο γιατί υπήρχαν χωριά που το αυτοκίνητο δεν έφτανε από τα χιόνια και το έπαιρνε με τα πόδια μέχρι να φτάσει.
Μετά τη λειτουργία, έμενε στα χωριά. Έμπαινε στα σπίτια των κατοίκων.
Μάθαινε τι προβλήματα έχουν.
Ξεχασμένοι άνθρωποι, είχαν βρει κάποιον να τους νοιάζεται.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που τους έφερνε και στο νοσοκομείο, κανόνιζε να τους δουν οι δικοί μας γιατροί γιατί κάποιοι ήταν παραμελημένοι.
Και πάντα γελούσε ο Μιχάλης μας.
Και πέθανε.
Της ζωής η μόνη βεβαιότητα, ο θάνατος.
Τα γράφω σαν μνημόσυνο.
Υπάρχουν πολλοί Μιχάληδες, αλλά εγώ αυτόν ήξερα.
..... γι' αυτό οί Άγιοι, οί ταπεινοί δηλαδή , καί όταν υπάρχουν είναι σάν ανύπαρκτοι... δέν πιάνουν χώρο, δέν κάνουν φασαρία.
Κι' όταν δέν υπάρχουν " έν σαρκί", όταν λείπουν, είναι εξίσου μαζί μας
καί κρατούν τόν κόσμο στήν ζωή.
Οπότε , ό τρόπος του νά υπάρχεις, είναι ό τρόπος του νά... πεθαίνεις καί νά θυσιάζεσαι εκούσια, από αγάπη γιά τόν Άλλον π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΓΟΝΤΙΚΑΚΗΣ